Τρίτη 30 Ιουλίου 2019

Αντίστροφο "Συν Αθηνά και χείρα κίνει"



Ένα από τα διαχρονικά ερωτήματα στη ζωή ενός ανθρώπου είναι το εξής: Κατά πόσο τα αποτελέσματα των προσπαθειών μας είναι συνέπειες των προσπαθειών μας και των κόπων μας ή της τύχης;

Όταν γευόμαστε κάποια επιτυχία, κατά πόσο πρέπει να νιώθουμε περήφανοι για τη δικαίωση των κόπων μας και κατά πόσο πρέπει να είμαστε ευγνώμονες προς τη θεά Τύχη, το Σύμπαν ή ακόμα και τον Θεό που μπορεί να πιστεύουμε;

Αντίστροφα, όταν γινόμαστε δέκτες μίας αποτυχίας, μίας συντριβής των όποιων ονείρων μας, πόσο είμαστε εμείς οι ίδιοι υπεύθυνοι για την αρνητική αυτή εξέλιξη και πόσο πρέπει να βλασφημούμε την γκαντεμιά μας;

Και τελικά είμαστε αγνώμονες, όταν αγνοούμε οποιαδήποτε περίσταση που μπορεί να μας βοήθησε σε μία επίτευξη στόχου, ή είμαστε αξιολύπητοι μοιρολάτρες όταν ρίχνουμε τις ευθύνες για την αποτυχία μας σε οποιοδήποτε εξωγενή παράγοντα εκτός από τον εαυτό μας;

Κάπως έτσι και οι άνθρωποι, ανάλογα με την προσωπικότητα τους, υιοθετούν κάποιες από τις παραπάνω νοοτροπίες. Το ποια από τις δύο είναι πιο αποτελεσματική ή πιο χρήσιμη για τη ζωή, εξαρτάται από πολλούς παράγοντες. Κυρίως από το τι θέλει ο καθένας. Ένα υπερφιλόδοξο άτομο εννοείται πως σχεδόν θα αγνοεί τον παράγοντα «Τύχη» ενώ αντίθετα ένα άτομο που είναι πιο χαμηλών τόνων και προσδοκιών, θα αφήνει τον εαυτό του πιο ανέμελο στις εκάστοτε περιστάσεις. Το ποιος από τους δύο έχει δίκιο, δεν μπορώ να το απαντήσω μια και είμαι σίγουρος ότι σε αμφότερες τις περιπτώσεις υπάρχουν θετικά και αρνητικά παραδείγματα.

Παρ’ όλα αυτά εγώ πιστεύω ότι, όπως και στα περισσότερα πράγματα στη ζωή, έτσι και εδώ η αλήθεια βρίσκεται κάπου στη μέση. Ποτέ στη ζωή μου, όποτε επαναπαύθηκα στην οποιαδήποτε εύνοια της τύχης, δεν υπήρξε κάποια θετική έκβαση της τότε επιθυμίας μου. Από την άλλη βρέθηκα πάρα πολλές φορές στο σημείο να αγωνίζομαι λυσσασμένα για κάτι που επιδίωκα και να είναι ενάντια σε αυτό όλες οι περιστάσεις και το αποτέλεσμα ήταν και πάλι ανεπιτυχές.

Φαντάζει λογικό. Από τη στιγμή που ζούμε σε κοινωνίες και, κακά τα ψέμματα, τριγύρω μας υπάρχουν άπειροι παράγοντες που δεν μπορούμε να ελέγξουμε άμεσα, δεν είναι δυνατόν να πιστεύουμε ότι η επίτευξη οποιουδήποτε στόχου, ο οποίος μπορεί να σχετίζεται ή και να εξαρτάται από άλλους ανθρώπους, εναπόκειται αποκλειστικά στα δικά μας χέρια. Και σχεδόν πάντα οι στόχοι μας είναι συνδεδεμένοι και άμεσα επηρεαζόμενοι από το ίδιο τους το περιβάλλον.

Όμως θα μπορούσε να χαρακτηριστεί στην καλύτερη περίπτωση μοιρολατρικό, το να παραδώσουμε τις προσδοκίες μας στην καλή προαίρεση που μπορεί να υπάρξει, αν τελικά υπάρξει και ποτέ. Αυτό θα ήταν ένα τραγικό λάθος, απέναντι στους ίδιους μας τους εαυτούς. Δεν μπορεί κάποιος να απαιτεί εύνοια από την τύχη, αν μέσω του αγώνα του δεν βρεθεί στο κατώφλι της πόρτα της, τουλάχιστον για να χτυπήσει το κουδούνι.

Κάπως έτσι, καταλήγω στο συμπέρασμα ότι η πιο ωφέλιμη νοοτροπία που μπορούμε να έχουμε στη ζωή μας, είναι να δίνουμε τον καλύτερο μας εαυτό, να εξαντλούμε το οποιοδήποτε περιθώριο προσπάθειας μπορεί να υπάρξει, να ασκούμε όλο τον διαθέσιμο ζήλο μας για να κατακτήσουμε τις καταστάσεις που επιθυμούμε. Και έπειτα να μην ξεχνάμε ότι αφού έχουμε ολοκληρώσει οποιαδήποτε προσπάθεια θα μπορούσαμε να κάνουμε, τότε θα έχει έρθει και η ώρα της τύχης, όχι να μας δείξει απαραίτητα την εύνοια της αλλά τουλάχιστον να μην αντισταθμήσει τον κάματο που έχουμε αποδώσει. Διότι αν το γνωρίζουμε αυτό, τότε σε περίπτωση που τα πράγματα δεν εξελιχθούν όπως θέλουμε, θα έχουμε ήσυχη τη συνείδηση μας, ότι εμείς κάναμε ότι περνούσε από το χέρι μας. Και αυτό είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την ψυχική μας υγεία.

«Συν Αθηνά και χείρα κίνει» λέγανε οι Αρχαίοι Έλληνες και κάτι ήξεραν. Απλά εγώ θα προτιμούσα να αλλάξω τη σειρά. Ας κάνουμε εμείς ότι είναι στο χέρι μας, να τα έχουμε καλά με τον εαυτό μας και μετά η οποιαδήποτε «Αθηνά» ας αποφασίσει τι θα κάνει. Και ότι είναι να γίνει από εκεί και πέρα ας γίνει. Εμείς από τη στιγμή που τα δώσαμε όλα, είτε κερδισμένοι θα βγούμε, είτε απλά δυνατότεροι.




Τρίτη 23 Ιουλίου 2019

Είμαστε όλοι αφηγητές



«Είμαστε ζώα μοναχικά. Όλη μας τη ζωή παλεύουμε για λίγο λιγότερη μοναξιά. Και μια από τις πανάρχαιες μεθόδους μας είναι να λέμε μια ιστορία, παρακαλώντας να βρεθεί ένας ακροατής που θα πει (και θα το πιστεύει): Ά, ναι, έτσι ακριβώς είναι, ή πάντως έτσι το αισθάνομαι κι εγώ.»

Αυτή είναι η φράση που είναι γραμμένη στο οπισθόφυλλο του βιβλίου «Ο Δρόμος με τις Φάμπρικες» του Τζων Στάιμπεκ. Διαβάζοντας το, κάποιος, δεν θα είναι δύσκολο να αντιληφθεί τη νοηματική σύνδεση ανάμεσα στο περιεχόμενο αυτού και στο μήνυμα που περνάει η παραπάνω φράση. Διότι στο πρώτο θα δει ένα σύνολο ιστοριών και προσώπων, που συνήθιζε να ασχολείται ο Στάινμπεκ, τα οποία δεν βρίσκονται στο προσκήνιο της κοινωνίας και καταφέρνει να βρει μέσα σε αυτά, πανανθρώπινες αλήθειες.

Και πόσο δίκιο έχει; Όλοι μας περιφερόμαστε, μεταξύ άλλων, σε δρόμους, μεγαλουπόλεις, πολυκαταστήματα και αεροδρόμια, βλέπουμε χιλιάδες, ίσως και εκατομμύρια ανθρώπους τριγύρω μας, οι οποίοι σίγουρα κουβαλάνε μία ιστορία πολύ ενδιαφέρουσα, ίσως και παραπάνω από μία. Όμως δεν μπορούν να τη μοιραστούνε. Διότι τους αγνοούμε. Ή δεν θέλουν να τις μοιραστούνε. Διότι έχουν συνηθίσει να αγνοούνται, οι απόπειρες έκφρασης τους. Όπως και εμείς. Ζούμε σε ένα κόσμο που όλοι μας αλληλοαγνοούμαστε.

Σχεδόν όλοι τουλάχιστον. Διότι υπάρχουν κάποιοι που οι ιστορίες τους προκαλούν το ενδιαφέρον των πολλών ανθρώπων. Είναι τα δημόσια πρόσωπα. Καλλιτέχνες, αθλητές, επιχειρηματίες, ίσως και όλα αυτά μαζί σε έκδοση του ενός, είναι αυτοί που οι ιστορίες τους είναι οι πλέον δημοφιλείς και το βλέπουμε στην καθημερινότητα μας μέσω των ΜΜΕ. Βέβαια, με ελάχιστες εξαιρέσεις αυτές οι ιστορίες είναι γεμάτες λάμψη, επιτυχίες, περηφάνειες και γενικότερα ευχάριστα συναισθήματα για τους κατόχους τους και ουσιαστικούς αφηγητές τους.

Και εδώ κάπου εμφανίζεται μία μικρή επανάσταση από τον Στάινμπεκ, τον Μπουκόβσκι, τον Σκορσέζε, τους
underground μουσικούς και όλους τους αφηγητές, οι οποίοι ασχολούνται με τους ανθρώπους του περιθωρίου και προσπάθησαν είτε άμεσα, είτε έμμεσα, να ανακαλύψουν και να προβάλλουν τα συναισθήματα, τις σκέψεις και γενικά τις ιστορίες αυτών. Να ψαχτούν μέσα σε κόσμους με άστεγους, αλκοολικούς, παρανόμους, πόρνες και όλες αυτές τις ψυχές οι οποίες, αγνοούνται λίγο παραπάνω από εμάς τους «κανονικούς» ανθρώπους.

Διότι όταν ψάχνει κάποιος να βρει τα διαμάντια, την ανθρωπιά δηλαδή, μέσα στον βούρκο, στο καταγώγιο της ανθρωπότητας, που η ίδια τις περισσότερες φορές την έχει ωθήσει εκεί, τότε αυτόματα γίνεται μία εξέγερση απέναντι στις κοινωνικές νόρμες και στον αντίστοιχο καθωσπρεπισμό που χαρακτηρίζουν τους υπόλοιπους, οι οποίοι νομίζουν ότι στοιχεία όπως η αγάπη, η φιλία, ο σεβασμός και η αλληλεγγύη βρίσκονται μόνο μέσα στα στενά σύνορα του δικού τους κόσμου. Ενώ με την αφήγηση και την ανάγνωση/ακρόαση/θέαση, των ιστοριών των ανθρώπων του περιθωρίου, ο εκάστοτε παραλήπτης τους που θα μπει στη διαδικασία να συγκρίνει, μάλλον θα δει ότι αντίθετο ισχύει περισσότερο.

Αλλά αυτό δεν είναι το σημαντικότερο συμπέρασμα που βγαίνει από αυτές τις «έρευνες» και τις «ανακαλύψεις». Το σπουδαιότερο που αντιλαμβάνεται κανείς, όταν βλέπει ότι μέχρι και οι περιφρονημένοι έχουν ιστορίες να διηγηθούν, είναι ότι όλοι οι άνθρωποι σε αυτή τη γη έχουν κάτι να πουν, ανεξάρτητα από το που καταχωρήθηκαν στην ανθρώπινη ιεραρχία. Και αυτό είναι που αποκαλύπτει την αλήθεια, ότι όλοι οι άνθρωποι είναι ίσοι, διότι όλοι έχουν μία ιστορία να δώσουν στους υπόλοιπους. Και το γεγονός ότι αυτή η ιστορία, όσο και αν μοιάζει σπάνια είναι πανομοιότυπη με οποιαδήποτε άλλη, μας μαθαίνει και ότι όλοι οι άνθρωποι είναι διαφορετικοί.

Ίσοι και διαφορετικοί. Πόσο καλύτερος θα ήταν ο κόσμος μας αν όλοι πιστεύαμε σε αυτό το δίπτυχο; Πόσο καλύτερος θα ήταν αν αφηγούμασταν τις ιστορίες μας και αν ακούγαμε τις αφηγήσεις των άλλων; Ο Στάινμπεκ και οι υπόλοιποι το κατάλαβαν αυτό και μας δίνουν την ευκαιρία να το καταλάβουμε και εμείς. Ότι όλοι, σε αυτή τη Γη, είμαστε εν δυνάμει αφηγητές. Πολύ ενδιαφέρουσων ιστοριών.



Τρίτη 16 Ιουλίου 2019

Ο εφιάλτης ενός νεοφιλελεύθερου



Κατά καιρούς πετυχαίνω στο διαδίκτυο, απόψεις ανθρώπων που υποστηρίζουν ότι οι εκάστοτε ανήμποροι οικονομικά άνθρωποι, είναι όλοι άξιοι της μοίρας τους και οι δύσκολες συνθήκες διαβίωσης τους είναι αποτέλεσμα της οκνηρίας τους, της μαλθακοσύνης, της περιορισμένης οξυδέρκειας τους και γενικότερα των άστοχων επιλογών τους.

Μερικοί μάλιστα το πάνε ακόμα παραπέρα και θεωρούν ότι όλα τα μέσα τα οποία έχουν δημιουργηθεί σε αρκετές από τις σύγχρονες κοινωνίες, τα διάφορα είδη πρόνοιας όσον αφορά την παιδεία, την υγεία, την ασφάλιση και άλλα, στην πραγματικότητα προκαλούν προβλήματα στους ικανούς, κατά τη γνώμη τους ανθρώπους, διαιωνίζουν τις συμπεριφορές των «φτωχών» και έχουν ως αποτέλεσμα την δημιουργία ενός νοσηρού περιβάλλοντος.

Έχοντας προλάβει να περάσω σαν άνθρωπος, αν και θεωρητικά αρκετά νέος και από την κάκιστη προσωπική οικονομική κατάσταση και στην σχετικά πιο άνετη, που παραδέχομαι ότι βρίσκομαι τώρα, όταν ακούω απόψεις σαν την παραπάνω, ενεργοποιούνται μέσα μου πολύ αρνητικά συναισθήματα και η υποβόσκουσα σκατοψυχίλα μου, χτυπάει την πόρτα του συνειδητού μου. Παρ’ όλα αυτά, θεωρώ πως καταφέρνω και τη διαχειρίζομαι και έτσι στους ανθρώπους που εναντιώνονται σε κάθε μορφή κοινωνικής αλληλεγγύης, θα τους ευχηθώ απλά να δουν έναν ανώδυνο και σύντομο εφιάλτη.

Εκεί λοιπόν που θα αναπαύονται γλυκά, στην αγκαλιά του Μορφέα, να δουν πως είναι ένας εργαζόμενος που μέχρι πρότινος απασχολούταν σε μία βιομηχανία, έχοντας τον βασικό μισθό και η επιχείρηση αυτή χρεωκόπησε με αποτέλεσμα να χάσει τη δουλειά του. Και ενώ θα γνωρίζει ότι οι ιδιοκτήτες της επιχείρησης κυκλοφορούν με πολυτελή αυτοκίνητα, διότι αυτοί είναι απλά πιο ικανοί βάσει της κοσμοθεωρίας του, αυτός δεν μπορεί να πληρώσει το ενοίκιο του, το ηλεκτρικό ρεύμα  και ζήτημα να έχει κάποια χρήματα για να μπορέσει να αγοράσει τρόφιμα από το σούπερ μάρκετ, άγνωστο για πόσο ακόμα.

Ή να δει, ότι είναι ένας αρκετά καλός μαθητής λυκείου, ο οποίος θα ονειρευόταν να γίνει επιστήμονας αν θα μπορούσε ο ίδιος ή οι γονείς του να πληρώσουν τις σπουδές του σε κάποιο ιδιωτικό πανεπιστήμιο αργότερα. Αλλά εφόσον γνωρίζει ότι αυτό δεν μπορεί να συμβεί, προσπαθεί να επιβάλλει στον εαυτό του να μην ονειρεύεται ότι θα ακολουθήσει την κλίση του, αλλά θα συμβιβαστεί με την ιδέα του μέλλοντος ανειδίκευτου υπαλλήλου στην επιχείρηση κάποιου που απλά ο πατέρας του ήταν πιο ικανός, βάσει της κοσμοθεωρίας του, από τον δικό του και χρηματοδότησε και την εκπαίδευση του αλλά και την επαγγελματική σταδιοδρομία του.

Ή να έβλεπε κατά τη διάρκεια αυτού του εφιάλτη, ότι ήταν ένας συνταξιούχος ο οποίος είχε εναποθέσει όλες τις οικονομίες του σε ένα ιδιωτικό ασφαλιστικό ταμείο ώστε να έχει μία αξιοπρεπή, του οποίου η μετοχή στο χρηματιστήριο κατέρρευσε και οι ιδιοκτήτες του αφού μάζεψαν τα αποθέματα έφυγαν προς μέρη μακρινά και εξωτικά. Και τώρα ο ίδιος δεν μπορεί να πληρώσει τα φάρμακα που χρειάζονται οι φυσιολογικές για την ηλικία του, δυσλειτουργίες της υγείας του. Ούτε και μπορεί να εργαστεί καθώς η φυσιολογική για την ηλικία του. πολύ μέτρια φυσική του κατάσταση τον καθιστά μη ικανό να εργαστεί άρα και μην παραγωγικό για τους ικανούς.

Και επειδή οι εφιάλτες έχουν την τάση να γίνονται όλο και χειρότεροι όσο εξελίσσονται, θα του ευχόμουν να δει σε αυτόν, ότι είναι ο πατέρας ενός παιδιού που έχει νοσήσει από κάποια πολύ σοβαρή ασθένεια και ενώ η επιστήμη έχει βρει θεραπεία για να την αντιμετωπίσει, να μην μπορεί να την παρέχει στο παιδί του μια και δεν είχε την οικονομική δυνατότητα για του εξασφαλίσει την αντίστοιχη ιατρική ασφάλεια. Και να βλέπει το παιδί του να υποφέρει από τους πόνους και να μην μπορεί να χαρεί τη νιότη του, επειδή απλά ο ίδιος δεν στάθηκε αρκετά ικανός ή εργατικός, ώστε να έχει ένα κατάλληλο εισόδημα και να μπορεί να ανταπεξέλθει σε υψηλότερα ασφάλιστρα.

Και τελικά να ξυπνήσει από αυτό τον εφιάλτη. Ιδρωμένος. Και να σκεφτεί ότι ευτυχώς τίποτα από όλα τα παραπάνω δεν είναι πραγματικό μια και ο ίδιος στάθηκε αρκετά γαμάτος στη ζωή του. Και μετά να γυρίσει πλευρό και να συνεχίσει τον ύπνο του. Μακάρι. Και του εύχομαι ειλικρινά και ολόψυχα να μην πραγματοποιηθεί κανένας από αυτούς τους εφιάλτες. Δεν χρειάζεται. Αρκετοί άνθρωποι τους ζούνε ήδη.




Τρίτη 9 Ιουλίου 2019

Μία σύνοψη για την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ


Τώρα που η διακυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ (οι ΑΝΕΛ ήταν από συνειδητή τους επιλογή, μόνο και μόνο για να συμπληρώσουν την πλειοψηφία) έφτασε στο τέλος της, έρχεται ταυτόχρονα και η στιγμή της οριστικής κρίσης της. Αφού ολοκλήρωσε το όποιο έργο της, είναι καιρός να υπάρξει και η αξιολόγηση της. Σε μία σύντομη εκδοχή της, θα προχωρήσει το παρόν κείμενο.

Δυστυχώς όμως τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά. Οι ευρύτερες συνθήκες μέσα στις οποίες κυβέρνησε ο Τσίπρας και η παρέα του, καθώς και η πρωτοτυπία, για ελληνική κυβέρνηση, του προβαλλόμενου ιδεολογικού της υπόβαθρου, αναγκάζει έναν κριτή που θέλει να είναι δίκαιος, να υιοθετήσεις δύο άξονες στην κριτική του.

Ο πρώτος είναι, να κριθεί ο ΣΥΡΙΖΑ σαν αριστερό κόμμα. Τι υποτίθεται πως πρέπει να επιδιώκει ένα κόμμα που δηλώνει αριστερό, ακόμα και σε ένα καπιταλιστικό περιβάλλον; Ένα αριστερό κόμμα, θεωρητικά πιστεύει στον σοσιαλισμό, αυτός είναι ο τελικός του στόχος και μία απο τις σημαντικότερες επιδιώξεις του, αν όχι η σημαντικότερη, είναι η κατάργηση των τάξεων, μία απόλυτη κοινωνική ισορροπία. Το προαναφερόμενο καπιταλιστικό περιβάλλον, δεν μπορεί φυσικά να επιτρέψει την ολοκληρωτική επίτευξη αυτής της επιδίωξης αλλά μπορεί να κινηθεί προς αυτό.

Το κατά πόσο συνέβη αυτό κατά τη διάρκεια της τετραετίας, δεν θα έπρεπε καν να συνιστά ερώτημα. Διότι φυσικά αυτό δεν συνέβη ούτε στο ελάχιστο. Μέσα σε αυτά τα τέσσερα χρόνια, οι οικονομικές ανισότητες όχι μόνο δεν συρρικνώθηκαν αλλά αυξήθηκαν όπως γίνεται εν μέσω κάθε καπιταλιστικής κρίσης. Ακόμα και η μείωση της ανεργίας, που παρουσιάζεται ως επιτυχία, σε συνδυασμό με τους μισθούς που παραμένουν σε πολύ χαμηλά επίπεδα, ακόμα και μετά την αύξηση, αναδεικνύει το γεγονός ότι οι έχοντες έχουν περισσότερα και άρα μπορούν να προσλαμβάνουν περισσότερο προσωπικό και οι μη έχοντες παραμένουν με τα ίδια πενιχρά εισοδήματα.

Μία ακόμα βασική επιδίωξη ενός αριστερού κόμματος, επαναλαμβάνω, ακόμα και σε μία καπιταλιστική κοινωνία, είναι η προστασία ενάντια στο κεφάλαιο, των πλουτοπαραγωγικών πηγών μίας κοινωνίας. Φυσικά ούτε αυτό συνέβη. Αεροδρόμια, σιδηρόδρομοι και λιμάνια ιδιωτικοποιήθηκαν ενάντι εξευτελιστικού αντίτιμου με ότι αυτό συνεπάγεται για την μελλοντική υποψία ανεξαρτησίας, της ελληνικής κοινωνίας, από τις ορέξεις των επενδυτών.

Τελευταία σημαντική προτεραιότητα, που θα αναφέρω, για ένα αριστερό κόμμα σε μία αγορά που βασίζεται στην έννοια του κέρδους, είναι η προστασία των εργαζομένων απέναντι στις οποιεσδήποτε αυθαιρεσίες των εργοδοτών. Τρίτο άκυρο. Η «μαύρη» εργασία παραμένει αγέρωχη, ένα σωρό νεαροί και μη άνθρωποι δουλεύουν χωρίς ένσημα, περιπτώσεις εκβιασμών είναι καθημερινές και η επιθεώρηση εργασίας παραμένει τουλάχιστον ανεπαρκής για το μεγαλύτερο μέρος του δοκιμαζόμενου εργατικού δυναμικού.

Ο ΣΥΡΙΖΑ έχοντας αποτύχει συνειδητά και απόλυτα σε όλους τους παραπάνω τομείς, καθιστά τον ισχυρισμό περί διακατεχόμενης αριστερής ιδεολογίας, κίνδυνο για την ακεραιότητα της μούμιας του Λένιν και των οστών του Αλιέντε, όπου και αν αυτά βρίσκονται. Κοινώς όσο ο ΣΥΡΙΖΑ θα συνεχίσει να αυτοαποκαλείται «αριστερό κόμμα» τότε τόσο θα τρίζουν τα κόκκαλα, όλων των πραγματικών σοσιαλιστών ηγετών που έχουν υπάρξει τα τελευταία 100-150 χρόνια. Ίσως ο όρος «Σοσιαλδημοκρατικό» με τη σύγχρονη του έννοια, να είναι πιο ακριβής.

Προτού αναφέρω τον δεύτερο άξονα αξιολόγησης, θα ήθελα να κάνω ένα καλοπροαίρετο διάλλειμα και να αναφέρω χωρίς πλάκα ότι υπήρξαν δύο περιπτώσεις, κινήσεων του ΣΥΡΙΖΑ που έχουν ή θα μπορούσαν να έχουν θετικές εκφάνσεις. Η πρώτη είναι φυσικά το σύμφωνο συμβίωσης, το οποίο δίνει την επιτέλους την δυνατότητα σε πολλούς συμπολίτες μας, να αποκτήσουν ίσα δικαιώματα όσον αφορά σημαντικούς τομείς της προσωπικής τους ζωής. Η δεύτερη είναι η συμφωνία των Πρεσπών, η οποία μπορεί προφανώς να έχει ως κυριότερη αιτία τις εξωγενείς πολιτικές πιέσεις, αλλά με έναν σωστό χειρισμό της, μπορεί στο μέλλον να αποτελέσει και ένα αντίδοτο για τον εκκολαπτόμενο εθνικισμό, εκατέρωθεν στα Βαλκάνια. Με λανθασμένο, θα αποτελέσει καύσιμο για αυτόν.

Ο άλλος άξονας αξιολόγησης του ΣΥΡΙΖΑ, είναι αυτός ενός ακόμα κόμματος που κυβερνάει ένα κράτος που ιδρύθηκε χρεωμένο και βρέθηκε στον κυκλώνα μίας καπιταλιστικής κρίσης, μια και οι προκάτοχοι του δεν φρόντισαν να το οικοδομήσουν έτσι ώστε να μην είναι τόσο ευάλωτο στις διαθέσεις των διεθνών οικονομικών συμφερόντων. Και οι αποτυχίες που προαναφέρθηκαν είναι αυτές που οδηγούν στο συμπέρασμα ότι ο ΣΥΡΙΖΑ υπήρξε αρκετά επιτυχημένος για την αποστολή που του είχε ανατεθεί, βάσει παράδοσης. Συνέχισε αρκετά αποτελεσματικά το έργο των δύο προηγούμενων μνημονιακών κυβερνήσεων, με εξαίρεση την περίοδο των διαπραγματεύεσεων πριν το δημοψήφισμα, όπου πλέον μπορούμε να είμαστε σίγουροι ότι ο ΣΥΡΙΖΑ αντιμετώπισε μία σημαντική κρίση ταυτότητας, την οποία βέβαια ξεπέρασε. Στην τελική το ίδιο ακριβώς πιστεύει και η κατ’ εξοχήν εκπρόσωπος αυτών των συμφερόντων στο οικονομικό σύστημα που ανήκει η Ελλάδα, όπως φάνηκε και από τις δηλώσεις της στην τελευταία επίσκεψη της.

Ποιος είμαι εγώ για να πάω ενάντια σε αυτή την άποψη; Και ποιος νοιάστηκε αν η πλειοψηφία των Ελλήνων πολιτών διαφωνεί για την όποια επιτυχία της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ; Παιδιά, στον καπιταλισμό ζούμε, ποιον ενδιαφέρει η πλειοψηφία; Ούτε καν την ίδια.




Τρίτη 2 Ιουλίου 2019

Προδίδοντας τον πραγματικό τους εαυτό


Έχουν περάσει δύο μέρες από το εμετικό σχόλιο γνωστής ιστοσελίδας, που χρησιμοποίησε τον θάνατο της μετανάστριας, στην προσπάθεια της να γλιτώσει τον έλεγχο που θα της προκαλούσε τεράστια προβλήματα σχετικά με την εργασία της και κατά συνέπεια στην ίδια της την επιβίωση. Θέλοντας η ιστοσελίδα να εξασκήσει μικροκομματική πολιτική, συνέδεσε το τραγικό αυτό περιστατικό για να κατακρίνει την κυβέρνηση και όλο αυτό κεκαλυμμένο με τον μανδύα του «χιούμορ».

Χιούμορ. Τεράστια συζήτηση για το ποια είναι η έννοια του και ακόμα περισσότερο ποια είναι τα όρια του. Ο Ουμπέρτο Έκο στο «Το Όνομα του Ρόδου» καταπιάνεται με το χαμένο, ίσως και μυθικό, βιβλίο της Δεύτερης Ποιητικής του Αριστοτέλη και για το οποίο, οι ελάχιστες πληροφορίες που υπάρχουν, αναφέρουν ότι είναι ένας ύμνος στο γέλιο, ως μία αντίδραση, ως μία πράξη επαναστατική, απέναντι στον ίδιο τον φόβο. Ότι το γέλιο δηλαδή είναι το αντίδοτο του φόβου. Και ο φόβος γεννάται στη θέα κάτι, κάποιου φαινομενικά ισχυρότερου. Και κάπως έτσι γεννήθηκε η σάτυρα. Διότι το να γελοιοποιείς κάτι ισχυρότερο είναι η ουσία της ελευθερίας, καθώς ελευθερία και φόβος δεν γίνεται να συνυπάρξουν.

Στην περίπτωση της ιστοσελίδας, όμως, δεν έχουμε γέλιο απέναντι στον ισχυρότερο. Έχουμε την απόπειρα εκμετάλλευσης ενός θλιβερού γεγονότος για συγκεκριμένους σκοπούς, γελοιοποιώντας το ίδιο το πρόσωπο που το υπέφερε, έτσι όπως τέθηκε. Το γέλιο δηλαδή είχε άμεση κατεύθυνση προς τον αδύναμο προσπαθώντας να τον χρησιμοποιήσει. Και στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν υπάρχει χιούμορ. Υπάρχει ξεκάθαρη χυδαιότητα.

Ναι, θα μπορούσε καποιος να ισχυριστεί  ότι ο έμμεσος στόχος του σχόλιου ήταν η κυβέρνηση. Αλλά γέλιο και έμμεσο, αντίδοτο στον φόβο και έμμεσο, δεν υπάρχει. Αν δεν είναι άμεσο χάνεται. Και αν περνάει πρώτα από τον «αδύναμο», τότε ειδικά μένει εκεί. Χρειάζεται πραγματικά, πολύ «ταλέντο», για να καταφέρει κανείς να μην σατυρίσει μία κυβέρνηση που έχει δώσει πολλούς αντικειμενικούς λόγους για σάτυρα και τελικά να κατορθώσει να αποκαλύψει όλη τη σκατίλα της ψυχής που έχει μέσα του. Αλλά ποιος είπε ότι οι σκατόψυχοι είναι πιο έξυπνοι; Διότι εδώ σε αυτή την περίπτωση έχουμε να κάνουμε με μία γκάφα που προδίδει την ποιότητα της προσωπικότητας ενός ατόμου. Ή την ανυπαρξία της.

Θέλοντας λοιπόν ο «εμπνευστής» αυτού του εκτρώματος, μαζί με αυτούς που το ενέκριναν προς δημοσίευση και το υπερασπίστηκαν, να πετύχει το δύσκολο στην πραγματικότητα πρόδωσαν την ευκολία που τόσο απεγνωσμένα αναζητούν άτομα αυτής της φάρας. Η ευκολία αυτή βρίσκεται στην ιεράρχηση της αξίας των ανθρώπων. Είναι μία πάρα πολύ βολική σκέψη η οποία διευκολύνει τις εγκεφαλικές τους λειτουργίες. Ότι δηλαδή υπάρχουν άνθρωποι κατώτεροι και ανώτεροι. Όχι απαραίτητα με την κλασσική εφαρμογή του ρατσισμού. Αλλά μένοντας πιστοί στην βαθύτερη ουσία του. Ότι κάποιοι άνθρωποι αξίζουν λιγότερο από άλλους. Και φυσικά οι ίδιοι δεν ανήκουν ποτέ σε αυτούς.

Είναι ένας ναρκισσισμός ο οποίος μπορεί να πηγάζει από το οτιδήποτε, λεφτά, φυλή, καριέρα, κοινωνικό κύρος αλλά μπορεί και από το απόλυτο τίποτα. Διότι στην πραγματικότητα τα άτομα αυτά απλά ψάχνουν αφορμές για να τροφοδοτήσουν την αυτοπεποίθηση τους. Η αιτία βρίσκεται στην περιορισμένη αντίληψη της πραγματικότητας και των πιθανοτήτων που την περιτριγυρίζουν αυτή, αλλά και αυτούς. Δεν μπορούν να φανταστούν ότι μπορεί κάποια στιγμή να βρεθούν οι ίδιοι στη θέση μίας Αρμένισσας μετανάστριας που αγωνίζεται να βγάλει το ψωμί της, διότι πολύ απλά οι ίδιοι νιώθουν καλύτεροι, ικανότεροι, ανώτεροι, εξυπνότεροι κ.τ.λ. Δεν πιστεύουν συνειδητά, ότι ποτέ μπορεί να βρεθούν στη θέση αυτή.

Δεν το αντιλαμβάνονται αλλά, ενδόμυχα, υποσυνείδητα, φοβούνται ότι μπορεί να συμβεί αυτό. Και αυθόρμητα χρησιμοποιούν το γέλιο για να αντιμετωπίσουν τον φόβο αυτό, απέναντι στο πρόσωπο που το συμβολίζει διότι δεν έχουν τα άντερα να το χρησιμοποιήσουν απέναντι σε αυτόν που τον γεννάει. Έτσι έγινε και στην περίπτωση αυτή. Είναι ένα από τα ηλίθια «αστεία» που θα γινόντουσαν αυθόρμητα σε μία παρέα σε κάποια καφετέρια. Και οι άνθρωποι που τα κάνουν αυτά μέσα σε όλη την αυτοϊκανοποιητική, σε επίπεδα ψυχολογικού αυνανισμού, μαστούρα που τους περικλείει, δεν μπορούν να συνειδητοποιήσουν ότι το μόνο που καταφέρνουν είναι τελικά να διατυμπανίζουν την αδυναμία τους απέναντι στον φόβο που νιώθουν απέναντι σε αυτούς που θεωρούν δυνατούς.

Διότι τέτοια αδύναμα ανθρωπάκια που χαριτολογούν απέναντι σε φαινομενικά, για αυτούς, πιο αδύναμους, στην πραγματικότητα επιτελούν μία απέλπιδα και μάταιη προσπάθεια για να νιώσουν ισχυροί. Αξιοθρήνητα πλάσματα, που ζουν ανάμεσα μας.

Υ.Γ. Και όχι ο θάνατος της κυρίας δεν ήταν αυτοκτονία όπως υποστήριξαν κάποιες φιλοκυβερητικές ιστοσελίδες, ήταν δολοφονία με θύτη την κοινωνία μας, ελληνική και παγκόσμια. Και που η παρούσα κυβέρνηση δεν έκανε σχεδόν τίποτα για να αλλάξει η πρώτη, για την οποία είχε την ευθύνη τα τελευταία 4,5 χρόνια.