Τρίτη 29 Μαΐου 2018

Τι σημαίνει "Είμαι Ρωμιός";



Όταν πριν από 1,5 περίπου χρόνο εγκαταστάθηκα μόνιμα στο Αϊντχόφεν, άρχισα να έρχομαι σε επαφή με ένα πολύ όμορφο φαινόμενο. Αυτό ήταν το γεγονός ότι επρόκειτο για μία πολυπολιτισμική πόλη. Μπορεί η πλειοψηφία, όχι ιδιαίτερα ισχυρή, να είναι Ολλανδοί, αλλά η πόλη είναι σαν ένας μικρός καθρέφτης ολόκληρης της ανθρωπότητας. Όπως η Γη ολόκληρη είναι ένα μωσαϊκό από διάφορους τοπικούς πολιτισμούς, οι οποίοι την κάνουν πολύχρωμη και άρα ενδιαφέρουσα και όμορφη, κάτι τέτοιο, σε εννοείται πολύ μικρότερη έκταση, συμβαίνει και εδώ. Για να φανταστείτε μόνο στην βιομηχανία που εργάζομαι, συνυπάρχουν 105 διαφορετικές εθνότητες!

Όντας μία πόλη ακμάζουσα και όχι ιδιαίτερα μεγάλη, γύρω στους 220.000 κατοίκους, βρισκόμαστε οι κάτοικοι εδώ στην ευχάριστη θέση, να γνωρίζουμε πολύ εύκολα ο ένας τον άλλο. Και όντας φυσιολογικά ο καθένας εκπρόσωπος της κουλτούρας που γαλουχήθηκε, δημιουργείται μία πολύ όμορφη αλληλεπίδραση μεταξύ μας, καθώς γνωρίζουμε ο καθένας μας διαφορετικούς πολιτισμούς, που δύσκολα θα γνωρίζαμε διαφορετικά και ταυτόχρονα χωρίς να μπαίνουμε οι περισσότεροι από εμάς σε ανόητες συζητήσεις περί ανωτερότητας και κατωτερότητας.

Κάπως έτσι μπήκα και εγώ στο τριπάκι να συνειδητοποιήσω από το δικό μου μετερίζι ποιον πολιτισμό εκπροσωπώ. Θα αναρωτηθεί κανείς, τι να συνειδητοποιήσεις, Έλληνας είσαι, Θεσσαλονίκη μεγάλωσες, κτλ. Σιγά μην ήταν αυτό αρκετό για ένα υπεραναλυτικό καθήκι σαν εμένα. Σκεπτόμενος λοιπόν τις γνωστές καταγωγές μου, οι οποίες μοιράζονται μεταξύ της σύγχρονης Βορείου Ελλάδος και Δυτικής Τουρκίας, τα πολιτιστικά στοιχεία που έχω κληρονομίσει από τους προγόνους μου, γλώσσα-κουζίνα-μουσική και ταξινομώντας τις όσες ιστορικές γνώσεις διαθέτω και εμπλουτίζοντας τις με νέες λεπτομέρειες, κατέληξα στο εξής συμπέρασμα. Είμαι Ρωμιός.Τι είναι όμως ο Ρωμιός; Ποια είναι η σχέση του με τον Έλληνα;  

Σαν αρχή της ιστορίας των Ρωμιών, μπορεί να θεωρηθεί το 334 π.Χ. που ο στρατός του Αλέξανδρου του Γ’ αποβιβάζεται στη Μικρά Ασία και κατακτάει μέχρι και το 331 π.Χ. όλη τη χερσόνησο. Διότι από εκείνο το σημείο και έπειτα, δημιουργείται ένας νέος κόσμος, ο Ελληνιστικός. Στα πλάισια αυτού του κόσμου, που περιελάμβανε και πολλές άλλες μεγάλες εκτάσεις, καθώς οι Έλληνες και συγκεκριμένα οι Μακεδόνες, είναι στην ηγεσία του, αρχίζει η υιοθεσία Ελληνικών πολιτιστικών στοιχείων με πρώτο απ’ όλα τη γλώσσα η οποία είναι η καθομιλούμενη αυτού του κόσμου. Έτσι λαοί που μέχρι τότε δεν προσδιορίζονταν σαν Έλληνες, όπως οι Θράκες, οι Βιθύνιοι, οι Λύδοι, οι Κάρες, οι Παφλαγόνες, οι Καππαδόκες, οι Πόντιοι, οι Φρύγες, οι Μύσοι, οι Πάμφυλοι, οι Πίσιδες, οι Λυκάονες, οι Κίλικες και άλλοι αρχίζουν να υιοθετούν έντονα Ελληνικά στοιχεία. Αυτό δεν θα αλλάξει ούτε αργότερα με την κατακτηση της Ανατολικής Μεσογείου από την Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, αντίθετα θα είναι φυσιολογικά πιο έντονο σε ένα παγκοσμιοποιημένο περιβάλλον.

Παρ’ όλα αυτά οι λαοί τότε δεν νοιάζονταν και πολύ για εθνικές ταυτότητες, είχαν σημαντικότερα πράγματα να σκεφτούν, όπως η καθημερινή επιβίωση τους. Έτσι ενώ μιλάμε για ένα συγκεκριμένο σύνολο Ελληνόφωνων πληθυσμών, δεν υπάρχει κάποιο συγκεκριμένο όνομα για να τους χαρακτηρίσει. Αυτό θα αλλάξει το 212 μ.Χ. με το διάταγμα του Ρωμαίου Αυτοκράτορα Καρακάλλα ο οποίος δίνει το δικαίωμα σε όλους τους πολίτες της αυτοκρατορίας του να αποκαλούνται Ρωμαίοι. Κάτι το οποίο το αποδέχονται ΟΛΟΙ αναιξερέτως ακόμα και οι de facto Έλληνες, καθώς αυτό θα τους πρόσφερε περισσότερα δικαιώματα. Αυτόματα η επικράτεια της Ρωμαϊκής αυτοκρατορία αποκαλείται Ρωμανία.

Έτσι λοιπόν οι Ελληνόφωνοι κάτοικοι της Ανατολικής Μεσογείου, αρχίζουν να αυτοαποκαλούνται «Ρωμαίοι» και η σύνδεση του με τον όρο «Ρωμιός» είναι ευκόλως εννοούμενη. Καθώς οι αιώνες περνούν, η Ρωμαϊκή αυτοκρατορία καταρρέει, επιβιώνει μόνο το Ελληνόφωνο ανατολικό μέρος της, το οποίο αυτοαποκαλείται «Αυτοκρατορίας της Ρωμανίας». Το δυτικός μέρος της σπάει σε μικρότερα κράτη τα οποία θα αποτελέσουν τους πυρήνες των μελλοντικών ευρωπαϊκών εθνοτήτων και οι κάτοικοι τους εγκαταλείπουν την Ρωμαϊκή ταυτότητα. Η Αυτοκρατορία της Ρωμανίας (αποκαλούμενη "Γραικική" τότε από τους Ευρωπαίους, γνωστή στις μέρες μας ως «Βυζαντινή»), αποδέχεται σχετικά γρήγορα την πραγματικότητα και θέτει ως επίσημη γλώσσα της, την καθομιλουμένη Ελληνική, τον 7ο αιώνα μ.Χ. με απόφαση του Αυτοκράτορα Ηρακλείου. Η γεωγραφική περιοχή που καλύπτει η συγκεκριμένη κρατική οντότητα, είναι κατά βάση, με μεταβολές, τα νότια σημερινά Βαλκάνια και η Μικρά Ασία. Οι κάτοικοι της, οι Ρωμαίοι-Ρωμιοί, μιλάνε όλοι Ελληνικά ως μητρική γλώσσα και είναι όλοι Χριστιανοί ορθόδοξοι. Αυτά είναι τα μόνα χαρακτηριστικά τους γνωρίσματα. Οι καταγωγές τους ποικοίλουν. Μπορεί να είναι οτιδήποτε. Έλληνες, Σλάβοι, Ανατολίτες(οι λαοί της Μικράς Ασίας που αναφέρθηκαν σε προηγούμενη παράγραφο), Αρμένιοι ακόμα και εκχριστιανισμένοι Άραβες. Πλέον ο Έλληνας είναι Ρωμιός, ο Ρωμιός όμως δεν έχει απαραίτητα Ελληνική καταγωγή. Όσο αδιανόητο και αν μας φαίνεται σήμερα, η έννοια «έθνος» δεν υπήρχε τότε. Οι Ευρωπαίοι, κληρονομώντας τον χαρακτηρισμό των αρχαίων Ρωμαίων, τους αποκαλούν Γραικούς όπως αποκαλούν και τους Αρχαίους Έλληνες. Οι Άραβες τους αποκαλούν «Γιουνάν(Ίωνες)» ή «Ρουμ(Ρωμαίοι)». Κριτήριο και για τους δύο χαρακτηρισμούς είναι προφανώς η γλώσσα.

Η αυτοκρατορία της Ρωμανίας, όπως όλες, κάποια στιγμή αρχίζει να παρακμάζει. Τούρκικες φυλές αρχίζουν να διεισδύουν στη Μικρά Ασία τον 11ο αιώνα και να παίρνουν την εξουσία. Μεγάλο μέρος των τότε Ρωμιών υιοθετούν την γλώσσα και τη θρησκεία τους, τον Μουσουλμανισμό, πότε διά της βίας με τα παιδομαζώματα, πότε εθελοντικά μια και το φορολογικό σύστημα των Τούρκων μπέηδων ήταν πολύ λιγότερο εξελιγμένο και άρα λιγότερο αρπακτικό. Είπαμε, εκείνη την εποχή η αξία της επιβίωσης ήταν πολύ μεγαλύτερη από οποιαδήποτε άλλη, υπαρκτή ή ανύπαρκτη. Είναι μάλιστα τόσο τεράστια η πληθυσμιακή διαφορά των τότε Τούρκων που εισέβαλλαν στη Μικρά Ασία σε σχέση με τους ντόπιους Ρωμιούς (100.000 οι πρώτοι, 10 εκατομμύρια οι δεύτεροι) που δεν θα είναι αβάσιμο να πούμε ότι οι σημερινοί Τούρκοι είναι σε μεγάλο βαθμό απόγονοι Ρωμιών. Και κάπως έτσι εξηγούνται και οι ομοιότητες που έχουμε ανθρωπολογικά με τους γείτονες. Φυσικά ένα μεγάλο μέρος των Ρωμιών παρέμεινε πιστό στη γλώσσα και στη θρησκεία τους.

Την ίδια εποχή που η Μικρά Ασία εκτουρκίζεται σε μεγάλο βαθμό αλλά όχι απόλυτα, στην παραπέουσα Αυτοκρατορία της Ρωμανίας, που περιορίζεται μόνο σε Ευρωπαϊκά εδάφη, αρχίζει να αναγεννιέται και να χρησιμοποιείται όλο και περισσότερο ο όρος «Έλληνας» αν και το «Ρωμιός» κρατά την πρωτοκαθεδρία. Το γεγονός ότι η αρχαία ελληνική γραμματεία , η οποία είχε αρχίσει να μελετάται σοβαρά από τον 10ο αιώνα ακόμα, αποδρά από τις βιβλιοθήκες των μοναστηριών και η απέχθεια των Ρωμιών απέναντι σε ότι μπορεί να έχει σχέση με τη Ρώμη και τον Πάπα, είναι η αιτία και η αφορμή.

Παρ΄όλα αυτά η Οθωμανική Αυτοκρατορία, άρχισε να είναι από ένα σημείο και μετά πολύ πιο ανεκτική απέναντι στις μειονότητες. Έτσι οι Ελληνόφωνοι Ρωμιοί της Μικράς Ασίας, επιβίωσαν και μάλιστα σε ισχυρές πληθυσμιακές βάσεις. Σε αντίθεση με τους Ελλαδίτες ομόγλωσσους και ομόθρησκους τους, άκμασαν οικονομικά.

Το 1830, στα νότια της Βαλκανικής Χερσονήσου, δημιουργείται το Ελληνικό κράτος και ο όρος «Έλληνας» αποκτά και πάλι επίσημη υπόσταση. Αντίθετα ο υπόλοιπος 19ος αιώνας πέρασε σχετικά ήσυχα για τους Ρωμιούς της Μακεδονίας, της Θράκης και της Μικράς Ασίας που μοιράζονταν κυρίως ειρηνικά τη ζωή τους με τους Τούρκους, πριν αρχίσουν να πλακώνονται οι Βούλγαροι με τους Έλληνες για την αποκλειστικότητα μίας πολυεθνικής περιοχής, μέχρι που φτάσαμε στα γεγονότα της Μικρασιατικής καταστροφής, η οποία τους οδήγησε να ξεριζωθούν μετά από χιλιάδες χρόνια και να πάνε κυρίως στη Μακεδονία(που είχε αραιώσει πληθυσμιακά λόγω των μετακινήσεων των πληθυσμών) και στην Αθήνα. Όπου «καλωσορίζονται» από τους ντόπιους Έλλαδίτες Ρωμιούς, ως «Τουρκόσποροι» μια και οι πρώτοι είχαν την μερικώς απατηλή ιστορικά αίσθηση ότι είναι απευθείας απόγονοι των αρχαίων Ελλήνων. Να προσθέσω απλά ότι δεν γίνεται να περάσει απαρατήρητη, η ιστορική σύμπτωση του ότι η ιδέα-έννοια του Ρωμιού ξεκίνησε από τη Μακεδονία και τελικά μετά από 2200 χρόνια κατέληξε πάλι, σε μεγάλο βαθμό, σε αυτή.

Συμπερασματικά, τι σημαίνει «Ρωμιός»; Είναι ένας όρος εκ γενετής, ανοιχτός σε κάθε καταγωγή, σε κάθε εθνότητα, με μοναδικά πλέον ενεργά κριτήρια, την προσφυγιά, τη γλώσσα, τη μουσική, την κουζίνα, όχι τόσο πλέον η θρησκευτική συνείδηση μια και σε σχέση με προηγούμενους αιώνες έχει χάσει μεγάλο μέρος της σημασίας της, ευτυχώς κατά την άποψη μου. Είμαι Ρωμιός, δηλαδή είμαι Έλληνας, είμαι Ανατολίτης, είμαι Θράκας, είμαι Πόντιος, είμαι Σλάβος, είμαι βλάχος, είμαι Αλβανός είμαι οποιαδήποτε φυλή έχει ζήσει στην Ανατολική μεσόγειο και έχει υιοθετήσει μέσα στην εξέλιξη των διάφορων γενεών τα παραπάνω κριτήρια. Είμαι ένας άνθρωπος που του απαγορεύεται ιστορικά(όπως και σε όλους) να είναι ρατσιστής ή εθνικιστής. Είμαι ένας άνθρωπος που γνωρίζει μέσα από την ιστορία του, τα ολέθρια αποτελέσματα αυτών των δύο ιδιοτήτων.

Πλέον οι όροι «Έλληνας» και «Ρωμιός» είναι ταυτόσημοι και όχι άδικα καθώς το Ελληνικό κράτος πλέον είναι η αποκλειστική κατοικία των Ρωμιών. Όπως αντιλαμβάνεται εύκολα κάποιος από τα παραπάνω και από όλες τις πληθυσμιακές μίξεις των τελευταίων δύο χιλιετιών είναι πολύ δύσκολο ένας σύγχρονος Έλληνας πολίτης να νιώθει απόλυτα βέβαιος για την μοναδικότητα της ελληνικής καταγωγής του. Αντίθετα το «Ρωμιός» όντας πιο ευρύ και ταυτόχρονα περιορισμένο μόνο σε πολιτιστικά και όχι φυλετικά στοιχεία, είναι πιο ακριβής χαρακτηρισμός.

Υ.Γ. Η φωτογραφία που συνοδεύει το κείμενο και δείχνει το ηλιοβασίλεμα στο Βόσπορο, δεν τοποθετήθηκε για να εμπνεύσει αλυτρωτικές σκέψεις σχετικά με την Κωνσταντινούπολη. Ο μόνος συμβολισμός που μπορεί να υπάρξει είναι οτι όπως ο Βόσπορος ενώνει και χωρίζει την Ευρώπη και την Ασία, έτσι και ο Ρωμιός περιλαμβάνει στον πολιτισμό του, στοιχεία και από τις δύο ηπείρους. Έτσι και το τραγούδι, συσχετίζεται με την επέτειο της ημέρας αυτής και τίποτα λιγότερο, τίποτα περισσότερο.



Τρίτη 22 Μαΐου 2018

Ωριμάζουμε για να διαγράφουμε



Στην πορεία της ζωής μας και καθώς χρόνια θα φορτώνονται, άλλοτε ελαφριά, άλλοτε βαριά, είναι σίγουρο ότι, ο καθένας μας με διαφορετικό τρόπο, θα ωριμάζει. Και όμως, τι και αν στα περισσότερα σημεία ωριμάζουμε διαφορετικά, στο πλέον καθοριστικό ωριμάζουμε το ίδιο. Ποιο είναι αυτό; Η ικανότητα να διαγράφουμε ανθρώπους από τη ζωή μας.

Είναι μία διαδικασία, με την οποία ερχόμαστε σε επαφή από τα πρώτα χρόνια του βίου μας. Λες και είναι προγραμματισμένο, από τις κοινωνικές δομές, να μαθαίνουμε να βάζουμε και να βγάζουμε ανθρώπους από τη ζωή μας.

Πηγαίνουμε στο σχολείο, παίζουμε με άλλα παιδάκια, χτίζουμε τις πρώτες βάσεις της προσωπικότητας μας, κάποιες φορές μοιραζόμαστε μαζί τους και την παράνοια της εφηβείας. Και έπειτα έρχεται το πανεπιστήμιο, οπού εκεί κατά πάσα πιθανότητα, θα τραβήξει ο καθένας τον δρόμο του βάσει των φιλοδοξιών του.

Και ερχόμαστε την πολυπόθητη, μέχρι να ξεκινήσει, ενήλικη ζωή. Εκεί είναι που ξεκινάει το μεγάλο μακελειό, με εξαίρεση κάποιους ελάχιστους ανθρώπους που θα είναι πάντα δίπλα μας. Στην ενηλικίωση λοιπόν, αναγάγουμε σε καθημερινότητα να ερχόμαστε κοντά με ανθρώπους, για μικρά χρονικά διαστήματα και να απομακρυνόμαστε έπειτα.

Οι λόγοι ποικοίλουν. Οι πιο υστερόβουλοι, συνήθως πλησιάζουν και αποφεύγουν ανθρώπους βάσει των εκάστοτε συμφερόντων τους, τα οποία δεν είναι απαραίτητα οικονομικά, αλλά σίγουρα έχουν να κάνουν με την κάλυψη ή μη κάποιας ανάγκης. Οι πιο αυθεντικοί μπορεί να εκνευρίζονται  με κάτι, να σπάζονται που λένε και για αυτό να αποφεύγουν οποιαδήποτε περεταίρω συναναστροφή. Βέβαια το πιο συνηθισμένο φαινόμενο, είτε στην πρώτη είτε στη δεύτερη κατηγορία, είναι οι άνθρωποι απλά να χάνονται. Και όταν ξαναβρεθούν τυχαία:

-Να κανονίσουμε κανά καφέ ρε!
-Ναι βέβαια ρε συ, μην χαθούμε!

Και μετά από αυτό το «μουσικό διάλειμμα», του οποίου όλοι ξέρετε την κατάληξη, θα έρθω να ξεκαθαρίσω ότι αντίθετα με ότι φαίνεται στις παραγράφους που έγραψα λίγο πριν, εγώ αυτή τη λειτουργία της διαγραφής ανθρώπων, όχι μόνο δεν τη θεωρώ αρνητική αλλά αντίθετα τη θεωρώ σωτήρια. Και μάλιστα είναι ένας από τους λίγους λόγους που χαίρομαι που μεγαλώνω ή γερνάω, πείτε το όπως θέλετε.

Ο λόγος είναι ότι στην πραγματικότητα είναι ένα «ταλέντο» που άρχισα να το αναπτύσσω σοβαρά πολύ πρόσφατα, τα τελευταία χρόνια. Πιο πριν, ήμουν ένας συναισθηματικός μαλακούλης, ο οποίος όχι μόνο έδινε ιδιαίτερη σημασία στις στιγμές που μοιραζόταν με άλλους, αλλά ακόμα χειρότερα, έδινε βάση και στο λόγια, που άκουγε από αυτούς. Με προφανή αποτελέσματα για την ψυχολογία όταν διαπίστωνα ότι όλα αυτά δεν σημαίναν τα ίδια πράγματα και για αυτούς. Και τι ειρωνία, όσο πιο πομπώδη και φαντασμαγορικά ήταν τα λόγια τόσο πιο εύκολα με διέγραφαν και αυτοί.

Αλλά πλέον μεγάλωσα, ωρίμασα και έμαθα. Πλέον έχω μάθει να διαγράφω και εγώ πάρα πολύ αποτελεσματικά και έχω άπειρα πρόσφατα παραδείγματα στο μυαλό μου, αυτή τη στιγμή. Φυσικά αυτό γίνεται μόνο όταν υπάρχει μία σημαντική αφορμή, όπως μία καμουφλαρισμένη πουστιά ή μία απλά συνεχιζόμενη αδιαφορία, η οποία είναι ανακόλουθη των λόγων και των κοινών εμπειριών. Εντάξει, το ότι ωριμάζω και μαθαίνω να προστατεύω τον εαυτό μου δεν σημαίνει ότι θα γίνω και σαν τα κακέκτυπα ανθρώπων που περιφρονώ.

Διότι εκεί υπάρχει ο άλλος κίνδυνος, να χαθούν και οι λίγες ανθρώπινες σχέσεις που έχουν πραγματική σημασία. Αυτές που είναι πάντα εκεί και έχουν νικήσει κάθε αντίξοη συνθήξη. Που σαν θεμέλια μας δίνουν την απαραίτητη στήριξη, για να συνεχίσουμε την εποποιία της ζωής, στα εύκολα και κυρίως στα δύσκολα. Και αυτές είναι που είναι ο πραγματικός πλούτος μας και δεν πρέπει ποτέ να χαθούν.



Τρίτη 15 Μαΐου 2018

Ενάντια στα στερεότυπα



Είναι γνωστό πως από τα πρώτα βήματα της ζωής του ο άνθρωπος κρίνει και κρίνεται. Η ύπαρξη του κρίνεται από το περιβάλλον και όχι μόνο, ενώ και ο ίδιος ως ανεξάρτητη πηγή συνείδησης κρίνει το περιβάλλον του και όχι μόνο. Ανεξάρτητη; Καλά μην το δένουμε και κόμπο αυτό.

Καθώς μεγαλώνουμε, βομβαρδιζόμαστε, με πληροφορίες και απόψεις, τις οποίες άλλες αποδεχόμαστε, άλλες τι απορρίπτουμε και άλλες τις κρατάμε σε μία γωνιά του μυαλού μας, χωρίς να το αντιλαμβανόμαστε, για μελλοντική χρήση.

Ευτυχώς όλοι οι άνθρωποι δεν είμαστε ίδιοι. Δυστυχώς κάποιοι από εμάς, ίσως και η πλειοψηφία, δεν φημίζονται για την εγκεφαλική και συναισθηματική τους εργατικότητα. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα όταν αντικρίζουν ανθρώπους ή καταστάσεις, να μην τις κρίνουν με βάση τις εκάστοτε συνθήκες ή προσωπικότητες, αλλά με βάση τις προϋπάρχουσες στον εγκέφαλο τους απόψεις, για περιστάσεις που τους φαίνονται από παρόμοιες μέχρι ολόιδιες. Τα λεγόμενα στερεότυπα.

Τι είναι τα στερεότυπα; Τα στερεότυπα είναι τα σωσίβια που χρειαζόμαστε όταν ο εγκέφαλος μας αδυνατεί να επεξεργαστεί την θάλασσα των πληροφοριών που συναντάμε, όταν κάποιο καράβι που πατάμε γερά τα πόδια μας, αρχίζει να μπάζει νέρα. Και ναι οι περισσότεροι προτιμάνε να επιπλέουν παρά να κολυμπούν μια και το πρώτο είναι πολύ πιο ξεκούραστο.

Η αλήθεια είναι ότι είναι πολύ δύσκολο έως αδύνατο, ένα άτομο να καταφέρνει να αποφεύγει τα στερεότυπα όλη του τη ζωή. Κάποια στιγμή κάπως θα κρίνει βάσει αυτών, ανεξάρτητα του πόσο δραστήριος νους, του πόσο ανοιχτόμυαλος είναι.  Παρ’όλα αυτά είναι αποδεδειγμένο ότι όσο ένας άνθρωπος καλλιεργεί την προσωπικότητα του,  είτε με ταξίδια, είτε με μουσική, βιβλία κ.τ.λ. τόσο πιο πολλά από τα στερεότυπα που του έχουν επιβληθεί, θα τα πετάει εκεί που ανήκουν, στο καλάθι των αχρήστων δηλαδή. Όσοι το έχουν βιώσει αυτό, μόνο ευγνωμοσύνη νιώθουν, καθώς αντιλαμβάνονται ότι νικώντας τα στερεότυπα, έχουν γίνει αποδέκτες εμπειριών που σε άλλη περίπτωση δεν θα τις ζούσαν ποτέ. Έχουν γνωρίσει άλλους ανθρώπους που δεν θα γνώριζαν ποτέ και τους έχουν προσφέρει μέσα από την επαφή τους συναισθήματα και σκέψεις που διαφορετικά δεν θα βίωναν.

Δεν θα είναι λίγες οι φορές που οι ίδιοι θα γίνουμε αποδέκτες των στερεοτύπων. Έχοντας ζήσει αρκετά για να καταλάβω ότι δεν υπάρχει μεγαλύτερο χάσιμο χρόνου, από το να προσπαθείς να αλλάξεις την γνώμη ενός αρνητικά προκατειλλημένου εναντίον σου, ατόμου, το καλύτερο που έχουμε να κάνουμε είναι να ειρωνευόμαστε για λίγο και έπειτα να μην ασχολούμαστε παραπάνω. Μερικές φορές έτσι για το χαβαλέ θα είναι καλό να τους κρίνουμε και οι ίδιοι βάσει στερεοτύπων μήπως και αντιληφθούν το πόσο τενεκέδες ξεγάνωτοι είναι και αρχίσουν να σκέφτονται όχι για κανέναν άλλο λόγο αλλά για να σώσουν τον ίδιο τους τον εαυτό. Διότι όπως εύκολα μαντεύετε, δεν υπάρχει άνθρωπος που να μην πληρεί ούτε ένα αρνητικό στερεότυπο από τα άπειρα που υπάρχουν στην λαίμαργη κοινωνία μας.

Μακάρι όμως τα στερεότυπα να είχαν πάντοτε αυτή την ανάλαφρη επίδραση. Δυστυχώς όμως δεν είναι έτσι. Πίσω από κάθε ρατσιστική, ομοφοβική, σεξιστική κ.τ.λ. συμπεριφορά κρύβεται κάποιο αντίστοιχο στερεότυπο. Πίσω από την εξόντωση των Εβραίων στο Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο κρυβόντουσαν στερεότυπα αιώνων, που κυριαρχούσαν στην Ευρώπη και ήθελαν τους Εβραίους να έχουν τα λεφτά, να είναι τοκογλύφοι και άλλα όμορφα. Το ζούμε και τώρα οι Έλληνες όταν συναντάμε κάποιους(λίγους ευτυχώς) μπούφους Ευρωπαίους οι οποίοι συμπεριφέρονται λες και τους χρωστάμε και σε ατομικό επίπεδο πέρα από το κρατικό.

Τα στερεότυπα είναι η νοημοσύνη των ηλιθίων. Και ο ηλίθιος το μόνο που καταφέρνει είναι να δυσκολεύει τη ζωή των άλλων και να φτωχαίνει τη δικιά του. Ας προσπαθήσουμε να τα αποφύγουμε. Μόνο σε καλό θα μας βγει.



Τρίτη 8 Μαΐου 2018

Από το περιθώριο στην απομόνωση



Πολλές φορές ακούμε τη λέξη "περιθώριο"...Αναφέρεται κυρίως σε μία περίπτωση που είναι εκτός του κυρίαρχου περιβάλλοντος. Ή αν όχι εκτός, στα άκρα του. Συνήθως εκτός του επίκεντρου του ενδιαφέροντος, μακρυά από τα φώτα, ίσως και μακρυά από την οποιαδήποτε δράση. Πάνω-κάτω αυτές είναι οι έννοιες που έχουμε στο μυαλό μας σχετικά με τη λέξη περιθώριο.

Τι γίνεται όμως όταν αυτή η έννοια συνοδεύεται δίπλα στη λέξη άνθρωπος; Πότε ένας άνθρωπος είναι στο περιθώριο; Πέρα από τις συνηθισμένες περιπτώσεις των άστεγων, των τοξικομανών και άλλων. Πότε ένας άνθρωπος φαινομενικά είναι φυσιολογικός και κατέχει μία θέση στην κοινωνία ενώ στην ουσία, βρίσκεται στο περιθώριο;

Ένας άνθρωπος μπορεί να βρίσκεται στο περιθώριο από τις πρώτες στιγμές της ζωής του. Από όταν είναι μωρό και δεν νιώθει την παραμικρή ασφάλεια, μέσα στο ίδιο του το σπίτι. Όταν στο μικρό μυαλουδάκι του σχηματίζεται η ιδέα ότι οποιαδήποτε έκφραση του μπορεί να είναι αφορμή για τιμωρία, φωνές ή ακόμα και για ξυλοδαρμό.

Ή αργότερα όταν πηγαίνει στο σχολείο και δυσκολεύεται να κάνει παρέες. Διότι για κάποιο λόγο δεν μπορεί πραγματικά να επικοινωνήσει με τα άλλα παιδάκια. Και γνωρίζουμε όλοι πόσο σκληρός είναι ο κόσμος των παιδιών. Πόσο αυστηρός μπορεί να είναι μέσα στην ειλικρίνεια του.

Ύστερα έρχεται η εφηβεία. Οι ορμόνες χορεύουν πεντοζάλη και μέσα στο αυτόν τον συναισθηματικό αναβρασμό, ο έφηβος πια περιθωριακός, προσπαθεί ατσούμπαλα πολλές φορές να πετύχει την τόσο επιθυμητή για τους έφηβους, αναγνώριση. Και εννοείται πως δεν τα καταφέρνει. Πολλές φορές μάλιστα εισπράττει τη χλεύη από τον επίσης πολύ σκληρό κόσμο των εφήβων.

Και τελικά ο άνθρωπος αυτός φτάνει στην ενήλικη ζωή του. Έχει καταπολεμήσει όλες τις προηγούμενες περιπτώσεις και προσπαθεί να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις της ζωής. Φαινομενικά θα το κάνει. Θα εργαστεί σε μία ή αρκετές δουλειές, θα χτίσει ένα κοινωνικό κύκλο. Στην πραγματικότητα όμως θα έχει παραμείνει περιθωριακός.

Θα το καταλαβαίνει όταν θα εισπράττει ευγενικές αλλά ανυπόστατες προφορικές αποδοχές σε αυτά που θα ζητήσει. Θα το βλέπει αυτό όταν θα παρατηρεί διακριτικές μειωτικές συμπεριφορές στη δουλειά του. Θα το αντιλαμβάνεται όταν οι φίλοι του δεν θα στηρίζουν με κάποιο τρόπο τις προσπάθειες του, παρά μόνο στα λόγια. Και θα το νιώθει στο πετσί όταν θα συνειδητοποιεί μέσω της αδιαφορίας που θα εισπράττει ότι οι εκάστοτε ερωτικοί του σύντροφοι, τον αντιμετώπισαν απλά σαν ένα παυσίπονο αρχικά και σαν το κουτάκι που το περιέχει, έπειτα. Μίας χρήσεως. Αναλώσιμος.

Τι και αν το πάλευε πολλά χρόνια; Καταλαβαίνει ότι στο κλάσμα της ζωής του, μπορεί κάποιες φορές έπειτα από σκληρό αγώνα να άλλαξε τον αριθμητή αλλά ποτέ δεν θα μπορέσει να αλλάξει τον παρονομαστή. Και αρχίζει σιγά-σιγά να το παίρνει απόφαση και να το αποδέχεται. Να αποδέχεται ότι έχει μόνο δύο επιλογές. Ή να το τελειώσει εθελοντικά το περιθώριο, ή να το μετατρέψει, να το βαφτίσει σε εθελούσια απομόνωση. 

Και κάπως έτσι πλέον δεν απολαμβάνει να βρίσκεται ανάμεσα σε πολύ κόσμο, αποφεύγει τις νέες γνωριμίες, αφιερώνεται μόνο στον εαυτό του. Τα όνειρα που κάνει για το μέλλον δεν περιλαμβάνουν παρά μόνο τον εαυτό του. Είναι συμβιβασμένος με την ιδέα ότι όπου ταξιδέψει, όσους τόπους θα γνωρίσει, θα το κάνει χωρίς την παρουσία άλλων γύρω του. Πλέον δεν τον πειράζει και τόσο. Δεν νιώθει πλέον για να τον πληγώνει κάτι. Έχει απενεργοποιήσει κάθε ριψοκίνδυνη αισθαντική λειτουργία του οργανισμού του. Έχει απομονωθεί, χτίζοντας ένα στιβαρό τοίχο γύρω του.

Αγνοεί όμως ότι όσους τοίχους και αν υψώσει κανείς γύρω του, δεν θα είναι αρκετοί για να είναι πραγματικά ασφαλής...



Τετάρτη 2 Μαΐου 2018

Ένας άνδρας διαβάζει "Το Δεύτερο Φύλο"



Πλησιάζω αργά, αλλά σταθερά, τα 29 έτη ζωής. Μέσα σε αυτά τα χρόνια, κατα τη διάρκεια αυτής της εξελισσόμενης διαδικασίας, άπειρα ερωτήματα γεννιούνται μέρα με τη μέρα. Άλλα απαντώνται, άλλα απαντώται και διαψεύδονται και κάποια παραμένουν αναπάντητα.

Το μεγαλύτερο ερώτημα που μου είχε δημιουργηθεί, πολύ συνηθισμένο για ένα ετεροφυλόφιλο αρσενικό όπως εγώ, είναι το αιώνιο «τι συμβαίνει στο μυαλό μιας γυναίκας;»

Έχοντας περάσει άπειρες ώρες αναλύσεων γυναικείας συμπεριφοράς χωρίς να μπορέσω να βγάλω κάποιο ουσιαστικό συμπέρασμα και αντιλαμβανόμενος την ανεπάρκεια μου, αποφάσισα να απευθυνθώ στην ίδια τη γυναίκα. Όχι σε κάποια φίλη μια και αυτό δεν θα βοηθούσε καθώς η έστω στοιχειώδης νοημοσύνη και εμπειρία μου, έκρινε ότι οι όποιες απαντήσεις έπαιρνα θα αντιπροσώπευσαν μόνο την ίδια. Άρα τις πληροφορίες που αναζητούσα, θα τις έβρισκα σε κάτι σαν μία «Γυναικεία Εγκυκλοπαίδεια», κάτι που να εμπεριείχε μέσα τα πάντα σχετικά με το γυναικείο φύλο.

Και αυτό το βρήκα στο «Το Δεύτερο Φύλο» της Σιμόν ντε Μπωβουάρ, ένα βιβλίο καθολικά αποδεκτό ως η «Βίβλος του Φεμινισμού». 1000 σελίδες σχεδόν, 991 για την ακρίβεια. Κάθε μία από αυτές με μικρά γράμματα. Έκλαψα λίγο αλλά άξιζε τον κόπο.
.
Το βιβλίο λοιπόν ξεκινάει με μια ιστορική αναδρομή πάνω στο γυναικείο φύλο, από τα προϊστορικά χρόνια, σε διάφορους αρχαίους πολιτισμούς μέχρι και λίγο πριν την εποχή που εκδόθηκε, το 1948. Ταυτόχρονα με την αναδρομή υπάρχει και μία λεπτομερέστατη και πολυεπίπεδη ανάλυση, κάτι αναμενόμενο αν σκεφτούμε ότι γράφτηκε από μία ιδιοφυή διανοούμενη. Επίσης δεν παραλείπτει να αναφέρει και τον ρόλο που είχε η γυναικεία παρουσία στην Ευρωπαϊκή λογοτεχνία. Σε αυτά τα κεφάλαια λοιπόν, άρχισε να αχνοφαίνεται ο πυρήνας της αιτιολόγησης της Μπωβουάρ για τη θέση που είχε βρεθεί διαχρονικά η γυναίκα, η οποία ήταν το γεγονός ότι η γυναίκα όντας επιφορτισμένη με το βασικότερο μερίδιο της αναπαραγωγής του είδους, βρέθηκε στο περιθώριο και το καθήκον για την εξέλιξη του είδους, το ανέλαβε ο άντρας, ικανοποιώντας, εννοείται, τις εκάστοτε προσωπικές του φιλοδοξίες.  Τολμώ να πω ότι κατά τη διάρκεια της ανάγνωσης αυτού του πρώτου μέρους του βιβλίου δεν έπιασα τον εαυτό μου, ούτε σε μία σειρά να σκέφτεται ότι διαβάζει κάτι παράλογο ή ανακριβές.

Στο δεύτερο μέρος του βιβλίου που αποκαλείται «Η βιωμένη εμπειρία» η γαλλίδα συγγραφέας αναφέρει εμπειρίες και συμπεράσματα που έχει βγάλει από την ίδια της τη ζωή για τους διάφορους χαρακτηρισμούς και ιδιότητες που μπορεί να συνοδεύουν μία σύγχρονη της γυναίκα. Ξεκινάει από το μικρό κοριτσάκι, συνεχίζει με την έφηβη και τη σεξουαλική μύηση που της συμβαίνει, τη λεσβία, τη μητέρα, την κοινωνική ζωή της ενήλικης γυναίκας, την πόρνη, την ηλικιωμένη, και καταλήγει στο προτελευταίο κεφάλαιο στην ερωτευμένη και στη θεούσα που αφιερώνεται στον Θεό. Εδώ πλέον γίνεται ξεκάθαρο ότι η αγωνία της γυναίκας, είναι μέσω των παραπάνω ιδιοτήτων να μπορέσει να καλύψει το κενό που της δημιουργείται από την έλλειψη του δικαιωματος που υφίσταται, να φτάσει την προσωπικότητα της στο εκάστοτε απόγειο της. Και κάπου εκεί ξεκινάει κάθε συμπεριφορά της που εμάς τους άντρες, είτε δικαιολογημένα είτε αδικαιολόγητα, μας φαίνεται αλλοπρόσαλλη.

Το βιβλίο τελειώνει με τον ρόλο της γυναίκας στο μέλλον και αυτό δεν είναι άλλος από την απόλυτη ανεξαρτησία. Κλείνει μάλιστα με μία φράση του Μαρξ, η οποία καταδεικνύει την ευθύνη που έχουμε εμείς οι άντρες για να τη βοηθήσουμε να το πετύχει αυτό. Και αφού σε όλη τη διάρκεια της ανάγνωση του βιβλίου η συγγραφέας δεν με έκανε να νιώσω ούτε μία φορά άσχημα που έτυχε να γεννηθώ άντρας(σε αντίθεση με πολλές άλλες wanna be φεμινίστριες) τότε προσωπικά εγγυώμαι ότι θα ακολουθήσω την προαναφερόμενη ρήση του Γερμανού φιλόσοφου.

Θα μπορούσε κάποιος ή κάποια να κάνει αντίλογο λέγοντας ότι το βιβλίο της Μπωβουάρ είναι πλέον ξεπερασμένο. Εν μέρει θα έχει δίκιο όσον αφορά τις αναπτυγμένες κοινωνίες αλλά δεν θα είναι απόλυτο. Η γυναίκα στις μέρες μας βρίσκεται σε αυτή την μεταβατική περίοδο, που εγκαταλείπει τον περιορισμένο και ασφυκτικά στενό ρόλο της των προηγούμενων δεκαετιών και ανακαλύπτει τη μαγεία της εξέλιξης της ανθρώπινης προσωπικότητας. Όπως και σε κάθε τι άλλο στην ανθρώπινη ιστορία, οι μεταβατικές περίοδοι μόνο εύκολες και μόνο σταθερές δεν είναι. Το αντίθετο, είναι το πιο πρόσφορο έδαφος για κάθε είδους υπερβολή και παρορμητισμό. Εκτός αυτού και σε πρακτικό επίπεδο, ακόμα και στην Ε.Ε. δεν μπορούμε να μιλάμε για απόλυτη ισότητα τη στιγμή που ο μέσος όρος μισθοδοσίας των γυναικών συγκριτικά με τους άντρες στα ίδια επαγγέλματα, είναι υποδυέστερος κατά 14,71%. Στην Ελλάδα, για να λέμε και τα καλά, είναι στο 5%.

Ταυτόχρονα είναι λογικό και εμείς οι άντρες να νιώθουμε ριγμένοι καθώς βλέπουμε τα «προνόμια» προηγούμενων δεκαετιών μας να καταργούνται εξαιτίας αυτής της ισοστάθμισης και αντίθετα κάποια από τα αντίστοιχα «προνόμια» των γυναικών να παραμένουν. Αυτό όμως είναι μία κοντόφθαλμη οπτική την οποία καλό θα είναι να αποφεύγουμε. Υπομονή λοιπόν και στα δύο φύλα, μέχρι αυτή η μεταβατική περίοδος να φτάσει στην ολοκλήρωση της και να ηρεμήσουμε. Και κυρίως να παύσουμε να κρινόμαστε σαν άνδρας και γυναίκα, αλλά σαν μεμονωμένα ανθρώπινα πλάσματα.

Θα αναρωτηθεί κανείς: Καλά όλα αυτά, αλλά μετά την ανάγνωση αυτού του βιβλίου, κατάλαβες περισσότερο την γυναίκα, μπορείς να την ψυχολογείς καλύτερα; Εννοείται πως όχι, καθώς άλλο να αναγνωρίζεις τα αίτια μίας συμπεριφοράς και άλλο να κατανοείς την ίδια τη συμπεριφορά. Κατάλαβα και επιβεβαίωσα όμως, το στόχο που έχω σαν ανεξάρτητος άντρας και άνθρωπος, στις γνωριμίες με ανθρώπους του άλλου φύλου που θα ακολουθήσουν στα επόμενα χρόνια της ζωής μου. Και ο «στόχος» είναι ξεκάθαρα η ανεξάρτητη γυναίκα. Για να μπορώ να ζω αυτό που τόσο όμορφα περιγράφει η Σιμόν Ντε Μπωβουάρ, την ερωτική και πνευματική συνεύρεση δύο ελεύθερων ανθρώπων:

«Το θαύμα συνίσταται στο ότι παραδίδει άμεσα σε κάθε εραστή ένα ανθρώπινο πλάσμα στη σαρκική του υπόσταση, η ύπαρξη του οποίου είναι μία απροσδιόριστη υπερβατικότητα. Και σίγουρα το πλάσμα αυτό είναι αδύνατον να το κάνεις δικό σου, αλλά τουλάχιστον μπορείς να το πλησιάσεις με προνομιακό και συγκλονιστικό τρόπο». Και εκεί βρίσκεται όλη η μαγεία...