Τρίτη 25 Σεπτεμβρίου 2018

Υπάρχει σωστή βία;



Πολλές φορές, ιδιαίτερα μετά από βίαια περιστατικά, ακούμε κάποιον να προφέρει τη φράση: «Είμαι κατά της Βίας, από όπου και αν προέρχεται.» Είναι μία φράση πολύ εύηχη και απλή η οποία χρησιμοποιείται για να καταδείξει τα υψηλά επίπεδα ανθρωπισμού που κατέχει αυτός που την εκφέρει.

Αυτά σε μία τελείως πρώτη ανάγνωση. Σε δεύτερη ανάγνωση όμως αρχίζουν κα γεννιούνται αμφιβολίες. Αρχικά με την, επιτρέψτε μου να τη χαρακτηρίσω, συμπαντική φύση της βίας. Στη σκέψη ότι όλη η ζωή στο σύμπαν, με βάση τις υπάρχουσες γνώσεις, βασίζεται σε ένα βίαιο γεγονός, το Big Bang. Ακόμα και στο ηλιακό μας σύστημα, η ίδια η ζωή δημιουργείται από τον Ήλιο, στου οποίου την επιφάνεια λαμβάνουν χώρα συνεχώς εκρήξεις και χημικές αντιδράσεις.

Θα σχολιάσει εύλογα κάποιος ότι η παραπάνω φράση αναφέρεται αποκλειστικά σε ανθρώπινα πλαίσια. Και πάλι οι αμφιβολίες θα παραμείνουν, ίσως θα ενταθούν κιόλας. Μελετώντας κάποιος την ανθρώπινη ιστορία, από την προϊστορική εποχή, θα αντιληφθεί ότι η βία είναι το μέσο της επιβίωσης και της εξέλιξης της ανθρωπότητας. Από την εποχή που ο άνθρωπος ήταν ένα ζώο όπως όλα τα άλλα, έπρεπε να προστατέψει την οικογένεια του εξασκώντας βία σε άλλα πλάσματα τα οποία θα τον έβλεπαν ως θήραμα. Έτσι είναι η φύση και κάπως έτσι προκύπτει η νοηματική σύνδεση με την προηγούμενη παράγραφο.

Αλλά ακόμα και αργότερα όταν οι πολιτισμοί άρχισαν να αναπτύσσονται, κάθε εξέλιξη βασίστηκε στη βία. Δεν θα μιλούσαμε σήμερα για το αρχαίο Ελληνικό πνεύμα με ότι αυτό προσέφερε αν οι αρχαίοι δεν αντιστεκόντουσαν στους Πέρσες. Αν δεν ασκούσαν αντί-βία δηλαδή. Πολλούς αιώνες αργότερα η Γαλλική επανάσταση δεν θα γινόταν ποτέ αν δεν αποφάσιζαν οι, καταπιέσμένοι από τη Μοναρχία, Γάλλοι να εξεγερθούν βίαια απέναντι στο Βασιλιά της χώρας τους. Κανένα 8ωρο δεν θα υπήρχε(όσο υπάρχει ακόμα...) σήμερα αν δεν είχαν υπάρξει οι πορείες στο Σικάγο το 1880 με όση βία μπορεί να περιείχαν. Ακόμα και σε εντελώς τοπικά πλαίσια, θα είχαμε εντελώς λιγότερα εργασιακά δικαιώματα αν δεν γινόταν οι διαδηλώσεις του ’36 στη Θεσσαλονίκη.

Ο βάσιμος αντίλογος στα παραπάνω θα ήταν ότι η χρήση βίας στην ανθρωπότητα έχει και πολλά φρικτά αποτελέσματα. Και θα έχει απόλυτο δίκιο. Ποιος μπορεί να ξεχάσει τα εκατομμύρια πολέμους, με όσα θύματα μπορεί να συνεπάγεται αυτό, ποιος μπορεί να ξεχάσει τις διώξεις που έχουν υποστεί άπειροι πληθυσμοί κατά τη διάρκεια αιώνων, τις γενοκτονίες, τις εθνοκαθάρσεις, το ολοκαύτωμα, τη Χιροσίμα και άπειρες ακόμα φρίκες τις οποίες είναι πραγματικά αδύνατο να καταμετρήσουμε.

Διαπιστώνεται εύκολα ότι η βία είναι μέρος της φύσης και κατά συνέπεια της ανθρωπότητας η οποία είναι μέρος της. Παρ’ όλα αυτά ο άνθρωπος από τη στιγμή που δάμασε τη φωτιά και αρχισε να την χρησιμοποιεί για να κάνει ευκολότερη τη ζωή του, άρχισε και να αυτονομείται από τη φύση χωρίς φυσικά να μπορέσει ποτέ απόλυτα να ανεξαρτητοποιηθεί. Αυτή η αυτονομία όμως του δίνει τη δυνατότητα να διαχειριστεί κάποιους παράγοντες της φύσης. Όπως κάνει εδώ και αιώνες εκμεταλλευόμενος τόσες και τόσες φυσικές λειτουργίες.

Μία από αυτές είναι και η βία. Η οποία είναι και η πιο επικίνδυνη διότι όπως είδαμε παραπάνω ο σωστός χειρισμός της φέρνει την εξέλιξη αλλά αντίθετα ο λάνθασμένος μπορεί να προκαλέσει οπισθοδρόμηση. Είναι όπως η φωτιά. Η σωστή χρήση έδωσε στον άνθρωπο τη δυνατότητα να χτίσει σπίτια που θα αντέχαν τις δυσμενείς καιρικές συνθήκες, η ίδια η φωτιά μπορεί να το κάψει.

Το τεράστιο ερώτημα είναι το πως καθορίζεται η ορθή χρήση της βίας. Μία εύκολη απάντηση που πρωτοέρχεται στο μυαλό είναι ότι η βία που χρησιμοποιείται ως μέσο αυτοάμυνας είναι θεμιτή. Και ενώ σε γενικά πλαίσια αυτή η άποψη βρίσκει εφαρμογή, αντιλαμβανόμαστε ότι δεν μπορεί να είναι απόλυτη. Διότι στο μυαλό του καθενός, μη σαδιστή, οποιαδήποτε πράξη βίας θα ασκήσει, θα είναι αυτοάμυνα. Αυτοάμυνα δηλώνουν ότι εξασκούσαν οι Η.Π.Α. όταν εισέβαλλαν στο Αφγανιστάν, με τα γνωστά αποτελέσματα. Και ίσως κάποιοι από τους υπεύθυνους της εισβολής να το πίστευαν κιόλας. Σίγουρα ένα μεγάλο μέρος των Αμερικανών.

Παρ’ όλα αυτά αν ελέγξουμε και πάλι την ιστορία της ανθρωπότητας θα δούμε ότι δύο από τις σημαντικότερες εξάρσεις βίας οι οποίες έφεραν αποδεδειγμένα άμεσες ή έμμεσες θετικές προοπτικές εξέλιξης στην ανθρωπότητα, βασίστηκαν σε ένα συγκεκριμένο θεωρητικό υπόβαθρο. Αναφέρομαι στη Γαλλική επανάσταση, η οποία βασίστηκε στο Διαφωτισμό και έκανε τους ανθρώπους να σκεφτούν σοβαρά ότι μπορούν να προχωρήσουν σαν κοινωνίες χωρίς βασιλιάδες και έπειτα στη Ρώσικη η οποία βασίστηκε στην Ευρωπαϊκή φιλοσοφία της εποχής και κατάφερε να κάνεις τους ανθρώπους να πιστέψουν ότι μπορούν να ζήσουν σε πραγματικά ισότιμες, σε πραγματικές κοινωνίες. Και οι δύο εννοείται ότι δεν είχαν μόνο θετικές συνέπειες, είχαν και πολλές αρνητικές. Αλλά είναι αδιαμφισβήτητο ότι κατάφεραν και έδωσαν μία γερή διανοητική κλωτσιά στην ανθρωπότητα η οποία εξελίχτηκε σημαντικά από τότε.

Άρα το συμπέρασμα είναι ότι η βία υπήρξε, υπάρχει και θα υπάρχει, σε διάφορες μορφές. Ο μόνος τρόπος για την ανθρωπότητα να εξασφαλίσει τη μέγιστη δυνατή ορθή χρήση της είναι μέσω της ίδιας της, της πνευματικής καλλιέργειας. Και η πνευματική καλλιέργεια, δεν μπορεί παρά να προωθεί την ισότητα, την ελευθερία και τα δικαιώματα στη ζωή όλων των ανθρώπων, χωρίς διακρίσεις. 





Παρασκευή 21 Σεπτεμβρίου 2018

Ένας χρόνος, γεμάτος Ζήλο



Πέρασε κιόλας ένας χρόνος. Απίστευτο. Ένας χρόνος που τρέχει η σελίδα «Ο Ζηλωτής». Θεωρώ ότι αυτός ο ένας χρόνος είναι επαρκές διάστημα για να μπορέσω να κρίνω και να πω ότι ήταν σωστή η απόφαση μου να ξεκινήσω αυτή τη σελίδα ως έναν αντικατοπτρισμό στο Facebook, του διαδικτυακού χώρου που είχα δημιουργήσει λίγο καιρό πριν.

Ήταν σωστή απόφαση για δύο λόγους. Συνδεδεμένους και αμφίδρομους. Ο ένας ξεκινάει από μένα και καταλήγει σε σας, τους αναγνώστες των κειμένων και ο άλλος ξεκινάει από εσάς και καταλήγει σε μένα. Σας ευχαριστώ για τη σύνδεση αυτή, πολύ περισσότερο από όσα η συγκεκριμένη λέξη εκφράζει. Είναι όντως που κάποιες φορές ακόμα και οι λέξεις της ελληνικής γλώσσας δεν είναι αρκετές για να εκφράσουν τα συναισθήματα και τις σκέψεις. Έτσι αντί να σας ζαλίσω με ευχαριστίες και μελό ατάκες, θα προσπαθήσω στις επόμενες γραμμές να περιγράψω το πως ήρθε η απόφαση για αυτή τη σελίδα και τι ακολούθησε για να τη θεωρώ μία από τις πιο σωστές της ζωής μου.

Ας ξεκινήσω από το πως μπήκε το γράψιμο στη ζωή μου. Δεν υπάρχει κάποιο συγκεκριμένο γεγονός ή κατάσταση που με οδήγησε σε αυτό. Από τα εφηβικά μου χρόνια απλά συνέβαινε. Κάποιες φορές, τελείως αυθόρμητα μου ερχόταν να γράψω. Όχι επειδή είχα κάποιο στόχο ή ότι ήθελα να εξελιχθώ σε αυτό. Σε αντίθεση με άλλες ασχολίες που έχουν υπάρξει στη ζωή μου, όπως η μουσική, ποτέ πραγματικά δεν παθιάστηκα με το γράψιμο. Ήταν τόσο φυσικός ο τρόπος που συνέβαινε, όσο φυσική είναι η απόφαση να κάνω ένα τοστ να φάω, ή να κοιμηθώ. Μία όχι και τόσο συνειδητή λειτουργία. Κανένα μεγάλο όραμα δεν υπήρχε πίσω από αυτό.

Εννοείται ότι οι πρώτες παράγραφοι που έγραψα είχαν έμπνευση έναν εφηβικό έρωτα που έζησα. Ξέρω τελείως κλισέ. Δεν είμαι τόσο ασυνήθιστος όσό πολλές φορές ασυναίσθητα προσπαθώ να προβάλλω. Μετά δημιούργησα ένα
blog το οποίο δεν άντεξε για πολύ καιρό αλλά ήταν η πρώτη φορά που κάτι που έβγαινε από μέσα μου ερχόταν σε επαφή με άλλους. Ήταν ευχάριστη εμπειρία, όσο αφελή και αν μου φαίνονται τώρα εκείνα τα κείμενα, αλλά γρήγορα έληξε μια και σαν Ζηλωτής με ερέθιζε πολύ περισσότερο να ασχοληθώ με το πάθος που είχε μόλις ξεκινήσει τότε, τη μουσική.

Με εξαίρεση την στρατιωτική περίοδο που έγραφα απλά επειδή δεν μπορούσα να έχω την κιθάρα μαζί μου, για πολλά χρόνια ασχολούμουν μόνο με τη μουσική. Είχα μανία στο να βελτιώνομαι καθημερινά πάνω σε αυτή. Πάλι η γραφή υπήρχε σαν έννοια στα πλαίσια των στίχων που συνόδευαν τις απόπειρες συνθέσεων που δημιουργούσα. Παρ’ όλα αυτά η μουσική μου πορεία δεν πήγαινε καλά. Έτσι όταν είδα μία αγγελία σε ένα δημοφιλές blog που αναζητούσε αρθρογραφους, είπα «δεν γαμιέται, δεν κάνω και κάτι άλλο;»

Η μουσική συνέχισε να είναι προτεραιότητα παρ’ ότι κερνούσε κυρίως στεναχώριες. Αντίθετα η ενασχόληση μου με το
blog αυτό, μου έδινε μικρές εφήμερες χαρές, όπως ενθαρρυντικές γνώμες για τα γραπτά μου και όμορφες συζητήσεις με ενδιαφέροντες ανθρώπους.

Κάποια στιγμή άρχισε και η μουσική να μου δίνει χαρές, ενώ και μέσω του blog γνώρισα έναν άνθρωπο που έπαιξε, ευτυχώς ή δυστυχώς, καθοριστικό ρόλο στη ζωή μου. Σύντομα όμως όλα κατέρρευσαν. Αποχώρησα από το blog, συνέχισα να ασχολούμαι χωρίς αποτέλεσμα με τη μουσική και τελικά έφτασε η ώρα να μεταναστεύσω.

Με το που μετανάστευσα, σαν να γύρισε ένας διακόπτης και το πάθος μου για τη μουσική έσβησε. Ακόμα και για μένα είναι ανεξήγητο πως μία τέτοια καψούρα έσβησε τόσο απότομα. Ίσως είχα κουραστεί από τον εαυτό μου και από τις καταστάσεις που έζησα και έψαχνα απλά μία αφορμή.

Επέστρεψα στο
blog, το οποίο αργοπέθαινε. Παρ’ όλα αυτά η διάθεση για γράψιμο άρχισε και αυτή να επιστρέφει, όχι τόσο ως πάθος, αλλά ως μία σχεδόν καθημερινή (εντάξει, εβδομαδιαία) ιεροτελεστία και συνήθεια ταυτόχρονα. Δεν είχα καμιά παθιασμένη επιθυμία να το κάνω, αλλά όταν το έκανα, ένιωθα ωραία. Κάπως έτσι δημιουργήθηκε ο διαδικτυακός χώρος «Ο Ζηλωτής» πιο πολύ ως ένα ωραίο αισθητικά περιβάλλον για αυτά που έγραφα. Υπήρχε και ένα όραμα με τα παιδιά που συνεργαζόμουν στο blog να ξεκινήσουμε κάτι καινούριο και πιο οργανωμένο αλλά ευτυχώς ή δυστυχώς δεν απέδωσε.

Όταν πλέον έγινε ξεκάθαρο ότι αυτή η ομαδική προσπάθεια δεν θα γινόταν πραγματικότητα, σκέφτηκα να ξεκινήσω τη σελίδα. Είχα πλέον συνειδητοποιήσει ότι αν μπορώ να κάνω κάτι άλλο στη ζωή μου πέρα από το επάγγελμα μου, αυτό ήταν το γράψιμο. Μου έβγαινε αυθόρμητα χωρίς ιδιαίτερο ζόρι, δεν χρειαζόταν να συνεργαστώ με άλλους και άρα να εξαρτιέμαι από κάποιον άλλον, κάτι το οποίο με είχε εκνευρίσει και απογοητεύσει πολύ στην ενασχόλιση μου με τη μουσική, είχα ένα τρόπο ζωής που πρόσφερε τον χρόνο και τον χώρο που χρειάζεται κάποιος για να γράψει και κυρίως βρισκόμουν σε ένα καινούριο και πολύ ενδιαφέρον περιβάλλον με ότι έμπνευση και ερεθίσματα μπορεί να δώσει αυτό.

Και τελικά ξεκίνησα τη σελίδα «Ο Ζηλωτής». Και πέρασε ένας χρόνος από τη λειτουργία της. Ένας χρόνος γεμάτος έκφραση, αποτίμηση, περιπλάνηση, αναθεώρηση και πάλι από την αρχή. Ένας χρόνος γεμάτος ενθαρρυντικά σχόλια, παραγωγικές συζητήσεις, ενδιαφέρουσες επικοινωνίες, όμορφα μηνύματα και μοίρασμα σκέψεων και μηνυμάτων απευθείας στη σελίδα και πάλι από την αρχή. Αυτοί είναι και οι δύο λόγοι που είναι συνδεδεμένοι και αμφίδρομοι. Και με κάνουν και οι δύο και νιώθω ωραία. Ο καθένας ξεχωριστά και οι δύο μαζί ταυτόχρονα. Είναι ωραίο να νιώθω ότι έστω και στο ελάχιστο, από αυτό το μικροσκοπικό μετερίζι, αγγίζω έστω και για λίγα δέκατα του δευτερολέπτου κάποιους ανθρώπους με αυτά που γράφω.

Ωριμάζω αποδεχόμενος την τρέλα μου, και με την παρουσία σας, διευρύνοντας την. Μία ατέρμονη αναζήτηση, μοναχική και συμμετοχική ταυτόχρονα.

Σας ευχαριστώ.



Τρίτη 18 Σεπτεμβρίου 2018

Το δικαίωμα στη μνήμη της ζωής



Γεννιέσαι. Ζεις. Πεθαίνεις. Αυτά είναι τα απολύτως κοινά χαρακτηριστικά των ζωών όλων των δισεκατομμυρίων ανθρώπων που έχουν περπατήσει πάνω σε αυτό τον πλανήτη. Συν το γεγονός ότι όλοι αυτοί δεν απέφυγαν τις άσχημες στιγμές και σίγουρα απόλαυσαν κάποιες όμορφες. Πραγματικά θεωρώ ότι δεν έχει υπάρξει ούτε ένα άτομο στην πορεία του ανθρώπινου είδους που δεν γεύτηκε και τα δύο είδη.

Η ποιότητα και η ποσότητα των άσχημων και όμορφων στιγμών παίζει. Και η συνολική αίσθηση που στο τέλος μας αφήνουν, όταν το πλησιάζουμε αυτό το τέλος, είναι τελικά η ίδια μας η ζωή. Η κατά πάσα πιθανότητα μία και μοναδική, με αυτή τη μορφή τουλάχιστον. Είναι αυτός ο απολογισμός τον οποίον σκεφτόμαστε και πιστεύω ότι είτε ευκολότερα είτε δυσκολότερα το αποδεχόμαστε και λέμε «αυτό ήταν». Και αν όλα κρίνονται εκεί, αντιλαμβάνεται κανείς ότι αυτός ο συλλογισμός ίσως είναι ο σημαντικότερος που θα πράξουμε. Όλοι; Μάλλον όχι όλοι.

Εξαιρώντας τα δυστυχήματα ή τα καρδιακά επεισόδια σε νεαρή ηλικία, όπου ο μελλοθάνατος δεν καταλαβαίνει από που του ήρθε και στερείται το δικαίωμα στο συλλογισμό, οι υπόλοιποι άνθρωποι χωρίζονται σε δύο κατηγορίες. Σε αυτούς που πεθαίνει πρώτα το κορμί τους και ύστερα το μυαλό τους και σε αυτούς που η διαδικασία είναι αντίστροφη.

Έχοντας μεγαλώσει σε οικογένεια όπου αυτοί που έφυγαν, το κάνανε όλοι μέσω της πρώτης διαδικασίας(καρκίνος) και έχοντας συμπληρώσει ήδη ένα σεβαστό μέρος της προβλεπόμενης ζωής μου, δεν με τρομάζει τόσο σαν σκέψη η ιδέα του να βιώσω και εγώ κάτι αντίστοιχο. Θεωρητικά τουλάχιστον. Ίσως έχει να κάνει ότι έχω κάποιες φορές το μυαλό μου σε υπόληψη (μη ρωτάτε γιατί, κάτι πρέπει να έχω σε υπόληψη και εγώ) και γνωρίζοντας ότι έχω σώας τας φρένας μπορώ να αντιμετωπίσω (ή να αποδεχτώ) τα πάντα.

Τι γίνεται όμως όταν το μυαλό χάνεται; Όταν παύει να λειτουργεί; Ποιος ο λόγος να είμαι ζωντανός στα 80 μου αν δεν μπορώ να κάνω τον προαναφερόμενο κρίσιμο συλλογισμό; Πως θα μπορώ να  αποχαιρετήσω τη ζωή μου αν δεν μπορώ καν να τη θυμηθώ, να τη βάλω κάτω και να τη ζυγίσω; Γιατί να στερηθώ εγώ και άλλοι άνθρωποι αυτό το έσχατο ανθρώπινο δικαίωμα;

Πρωτοήρθα σε έμμεση, εννοείται, επαφή με αυτή την ασθένεια, το αλτσχάιμερ, στην πρώιμη εφηβεία μου. Μέχρι τότε ούτε που το φανταζόμουν. Ο «παππούς» κάποιων οικογενειακών μας φίλων, ένας παλίκαρος που τον είχα γνωρίσει προσωπικά, ένας πάρα πολύ μορφωμένος αλλά και σκληροτράχηλος άνδρας, βουνίσιος με την καλύτερη των εννοιών, με πολύ ισχυρή προσωπικότητα, προσβλήθηκε από αυτή την καταραμένη την άσθένεια. Ούτε εβδομήντα χρονών δεν ήταν. Στα επόμενα χρόνια είχε καταλήξει να είναι ένα κουφάρι.

Μου ήταν αδιανότητο. Ο άντρακλας που έβλεπα και θαύμαζα λίγα χρόνια πριν, που μπορούσε να βάλει κάτω, χωρίς υπερβολή, πέντε τριαντάρηδες ενώ αυτός είχε περάσει τα 60 τότε που τον ξαναέβλεπα δεν μπορούσε ούτε να αυτοεξυπηρετηθεί, ούτε καν να αντιληφθεί το οτιδήποτε. Όχι γιατί το κορμί του τον εγκατέλειψε. Αλλά διότι τον εγκατέλειψε το μυαλό που έδινε εντολές στο σώμα του.

Ακόμα και τώρα που το σκέφτομαι φρικάρω. Ακόμα και τώρα που τριανταρίζω και έχω δει θανάτους και θανάτους, μέσα σε αυτούς πολύ πιο κοντινών μου ανθρώπων, όταν σκέφτομαι τη δικιά μου ώρα, τρομοκρατούμαι στην ιδέα να μου συμβεί κάτι τέτοιο. Και αν η δυνατότητα της αυτοεξυπηρέτησης σε κάθε περίπτωση είναι δεδομένο ότι θα χαθεί ή θα ελαχιστοποιηθεί, υπάρχει και κάτι ακόμα που με κάνει να φοβάμαι ακόμα περισσότερο αυτή τη μελλοντική, πιθανή εκδοχή.

Να μην μπορώ να αναγνωρίσω τα αγαπημένα μου πρόσωπα, να μην μπορώ να θυμηθώ την γέννηση των παιδιών μου, την πρώτη ή την σημαντικότερη ερωτική μου στιγμή, το ξεχωριστό τσίπουρο με ένα φίλο, τη στιγμή που έχασα ένα αγαπημένο μου άτομο, το ηλιοβασίλεμα, το φεγγαρόφωτο σε μία παραλία με μία καλή παρέα, και τόσα μα τόσα ακόμα όμορφα ή ακόμα και άσχημα που η ζωή μας προσφέρει είτε για να μας ευχαριστήσει είτε για να μας προκαλέσει να συνεχίσουμε να τη ζούμε. Μία ζωή που να μην θυμάμαι. Μία ζωή να έχει πάει άπατη. Μία ζωή σαν να μην υπήρξε ποτέ σαν να μην επηρέασε, ούτε σε αυτό το απειροελάχιστο που αναλογεί στους περισσότερους από εμάς, την ανθρωπότητα. Να μην έχω ούτε αυτό το γαμημένο δικαίωμα να χαμογελάσω ή να πικραθώ. Να μην έχω το δικαίωμα να κάνω αυτό που θα έχω κάνει μέχρι τότε σε όλη μου τη ζωή. Να συλλογίζομαι συνειδητά. Και πλέον όχι για τη ζωή αλλά την ίδια τη ζωή. Είναι άδικο.

Ελπίζω να βρω τη δύναμη, αν βρεθώ σε αυτή τη θέση, να γνωρίζω ότι θα περιέλθω σύντομα σε αυτή την κατάσταση, να βρω τη δύναμη να το αποτρέψω. Να φύγω όπως θα θεωρώ ότι μου αρμόζει. Ελπίζω.

Όλα τα παραπάνω γράφτηκαν με αφορμή την ανάγνωση της είδησης ότι η σπουδαία Ελληνίδα ηθοποιός Ειρήνη Παπά έχει βρεθεί σε αυτή την κατάσταση. Μία γυναίκα που αν όλα όσα έχουν ακουστεί για αυτή ισχύουν, έχει ζήσει από το αντάρτικο στα Ελληνικά κακοτράχαλα βουνά μέχρι και το κόκκινο χαλί του Χόλιγουντ. Με ότι εμπειρίες συνεπάγονται για τα δύο άκρα και ότι έχει βρεθεί ενδιάμεσα τους. Μία γυναίκα που γνώρισε πολύ καλά, προσωπικότητες από τον Άρη Βελουχιώτη μέχρι τον Μάρλον Μπράντο. Μία γυναίκα που βίωσε μία αξιοζήλευτη ζωή και τώρα δεν μπορεί καν να την αναλογιστεί. Ξανά, είναι άδικο.

Που τίμησε τη ζωή (της) με την καλλιτεχνική της σταδιοδρομία γενικότερα, αλλά και ειδικότερα με ένα συγκεκριμένο έργο το οποίο προσωπικά εγώ, έχω σε ιδιαίτερη εκτίμηση. Ένα έργο που ενσαρκώνει καλύτερα από κάθε άλλο την πεμπτουσία της ζωής. Έναν γυναικείο οργασμό. Ένα έργο που αποκαλείται «άπειρο».  Είναι το βίντεο-τραγούδι που συνοδεύει το παρόν κείμενο.

Και ποιος ξέρει; Ίσως όταν το κορμί, της επιτρέψει να ξαναγίνει ένα με το άπειρο, τότε να μπορέσει να κάνει αυτόν τον συλλογισμό. Θα είναι δίκαιο. Και για αυτή και για όλους όσους το χάσαν αυτό το δικαίωμα όσο είναι/ήταν εν ζωή.



Τρίτη 11 Σεπτεμβρίου 2018

Σαλβαντόρ Αλιέντε, σοσιαλιστής έως το τέλος



4 Σεπτεμβρίου 1973. Χιλή. Είναι η τρίτη επέτειος από την δημοκρατική εκλογή του Σοσιαλιστή Προέδρου της χώρας, Σαλβαδόρ Αλιέντε. Σε αυτά τα τρία χρόνια, η Χιλή έζησε μία πραγματική κοσμογονία.

Κρατικοποιημένες μεγάλες εκτάσεις γης που πριν κατέχονταν από μεγαλογαιοκτήμονες, σύγχρονους φεουδάρχες. Κρατικοποίηση των τραπεζών και του ορυκτού πλούτου της χώρας, μεταξύ των οποίων και των ορυχείων χαλκού που εκμεταλλευόντουσαν οι ΗΠΑ. Αναβάθμιση των συμφερόντων των εργατών, αναδιανομή των αγροτικών εκτάσεων έτσι ώστε να μην υπάρχουν άκληροι αγρότες. Παροχή δωρεάν γάλατος στα παιδιά. Αναγνώριση των δικαιωμάτων των ιθαγενών κατοίκων της Χιλής. Μειώθηκαν κατά πολύ τα ποσοστά ανεργίας, αναλφαβητισμού και παιδικής θνησιμότητας. Η διακυβέρνηση του ήταν ο ορισμός του ειρηνικού εκσοσιαλισμού μίας κοινωνίας.

Προφανώς όλα τα παραπάνω δεν μπορούσαν να τα ανεχθούν οι ΗΠΑ. Η CIA, όπως αποδεικνύεται από άπειρα έγγραφα που κυκλοφόρησαν δημόσια αργότερα, προσπαθεί απεγνωσμένα να τον ανατρέψει πρώτα, είτε δωροδοκόντας είτε χρηματοδοτώντας απεργίες εναντίον του, αλλά τα ποσοστά δημοφιλίας του συνεχώς αυξάνονται. Ο Χένρι Κίσινγκερ έχει αναλάβει προσωπικά να ανατρέψει τη δημοκρατικά εκλεγμένη κυβέρνηση της Χιλής.

Και αφού είδαν ότι δεν μπορούν  να τα καταφέρουν έμμεσα, αποφάσισαν να το προσπαθήσουν άμεσα όπως θα έκανε κάθε νταβατζής που σέβεται τον εαυτό του όταν θα έβλεπε μία γυναίκα που θεωρεί ο ίδιος κτήμα του, να τραβάει τον δικό της δρόμο. Αρχικά με την εκλογή του Αλιέντε προσπάθησαν να δωροδοκήσουν τον αρχιστράτηγο Ρενέ Σνάιντερ, ο οποίος όμως αρνήθηκε δηλώνοντας πιστός στο σύνταγμα της χώρας του και τον στρατιωτικό του όρκο. Λίγες μέρες μετά απήχθη και δολοφονήθηκε από ομάδα ακροδεξιών Χιλιανών.

Μία δεύτερη προσπάθεια για πραξικόπημα  εναντίον του έγινε τον Ιούνιο του 1973. Απέτυχε μία και οι πιστές στον Αλιέντε στρατιωτικές δυνάμεις, υπό τον στρατηγό Πρατς κατάφεραν να εξουδετερώσουν τους πραξικοπηματίες.

Μετά την καταστολή αυτή ο στρατηγός Πρατς, βλέποντας ότι χάνεται ο έλεγχος και η πειθαρχία στις ένοπλες δυνάμεις της χώρας, πρότεινε στον ίδιο τον Αλιέντε να δώσει τα όπλα στον λαό που τον στήριζε. Ο Αλιέντε αρνήθηκε απαντώντας "Όχι. Αυτή η επανάσταση θα γίνει χωρίς σταγόνα αίμα. Βασίζεται σε ειρηνικές αξίες και όχι στην βία". Μάλιστα αντικαθιστά τον Πρατς και βάζει στη θέση του τον Αουγκούστο Πινοσέτ.

Έτσι μία μέρα σαν σήμερα, 11 Σεπτεμβρίου του 1973, ο στρατός της Χιλής πραγματοποιεί ακόμα ένα πραξικόπημα, οργανωμένο και αυτό από τις ΗΠΑ και βομβαρδίζει την πρωτεύουσα, Σαντιάγο και το προεδρικό μέγαρο από ξηρά και θάλασσα. Ο Αλιέντε βγάζει ένα τελευταίο λόγο μέσα από την τελευταία ραδιοφωνική συχνότητα(Radio Magallanes) που είχε απομείνει μια και οι πραξικοπηματίες είχαν ισοπεδώσει ήδη τα άλλα ραδιομέγαρα. Κλείνει τον λόγο του με τις εξής φράσεις:

«Να πηγαίνετε προς τα εμπρός γνωρίζοντας ότι, αργά ή γρήγορα, οι μεγάλες λεωφόροι θα ανοίξουν και πάλι και οι ελεύθεροι άνθρωποι θα περπατούν μέσα από αυτές για να χτίσουν μια καλύτερη κοινωνία.

Ζήτω η Χιλή! Ζήτω ο Λαός! Ζήτω οι εργαζόμενοι!
Αυτά είναι τα τελευταία λόγια μου, και είμαι βέβαιος ότι η θυσία μου δεν θα είναι μάταια, είμαι βέβαιος ότι, τουλάχιστον, θα είναι ένα μάθημα ηθικής που θα τιμωρήσει το κακούργημα, τη δειλία και την προδοσία.»

Ο Σαλβαδόρ Αλιέντε βρίσκεται νεκρός. Άλλοι λένε ότι αυτοκτόνησε προτού πέσει στα χέρια των εχθρών του, άλλοι ότι δολοφονήθηκε από αυτούς κρατώντας το περίστροφο του στο χέρι. Λίγη σημασία έχει.

Σημασία έχει ότι ο Σαλβαδόρ Αλιέντε υπήρξε μέχρι και την τελευταία του στιγμή, στον απόλυτο βαθμό Σοσιαλιστής. Και Σοσιαλιστής σημαίνει πάνω από όλα Ανθρωπιστής, όπως μας δίδαξε με τα συγγράματα του και ο Ζαν Πωλ Σαρτρ. Και το πλήρωσε με τη ζωή του. Σε αντίθεση με άλλους Σοσιαλιστές ηγέτες οι οποίοι κάναν από μικρές(όπως ο Τσάβες) έως μεγάλες(όπως ο Στάλιν) υποχωρήσεις στην ιδεολογία τους προκειμένου να προστατεύσουν τις κυβερνήσεις και τον εαυτό τους. Και οι οποίοι κατάφεραν να επιβιώσουν.

Τα παραπάνω, είναι καλό να τα αναλογίζονται όσοι βάλλουν κατά του Σοσιαλισμού και των διαφόρων ηγετών του και όταν κατηγορούν πολλούς από αυτούς για δικτατορία και έλλειψη ελευθεριών, όχι άδικα πολλές φορές.  Διότι όταν κάποιος παραμένει ως το τέλος ανθρωπιστής, όπως ο Αλιέντε, τότε θα υπάρχει ένας Πινοσέτ που θα τον ανατρέψει. Και έπειτα θα εφαρμόσει μία στυγνή δικτατορία που θα δολοφονήσει τουλάχιστον 40.000 άτομα. Και ένα άγριο οικονομικό πρόγραμμα που θα οδηγήσει τους Χιλιανούς σε ακραία φτωχοποίηση τα επόμενα χρόνια. Και όμως θα αναγνωρίζεται ως επίσημος ηγέτης ενός κράτους από τη Μαργκαρετ Θάτσερ(η οποία είχε και επίσημες συναντήσεις μαζί του) και άλλους δυτικούς πολιτικούς ηγέτες και ως παράδειγμα οικονομικής διαχείρισης από οικονομολόγους όπως ο Μίλτον Φρίντμαν. Ναι τους ίδιους που λατρεύουν αυτοί που κατηγορούν τους Σοσιαλιστές ηγέτες για δικτάτορες και κόπτονται για τη δημοκρατία. Σύμπτωση να φανταστώ.

Φαίνεται άδικο, να πρέπει ένας Σοσιαλιστής ηγέτης να έχει να διαλέξει είτε να κάνει εκπτώσεις στις ιδέες του είτε να μην βρει φυσικό θάνατο. Στην πραγματικότητα όμως είναι απόλυτα δίκαιο. Διότι ένα τέτοιο διακύβευμα αρμόζει μόνο σε πραγματικά μεγάλες προσωπικότητες και μόνο τέτοιες μπορούν να ηγηθούν της προσπάθειας των ανθρώπων για μία δικαιότερη κοινωνία. Και μία τέτοια προσωπικότητα ήταν ο Σαλβαδόρ Αλιέντε.