Τρίτη 19 Νοεμβρίου 2019

Η μοιρασιά μιας ανάμνησης



Στέκεται στη μέση μίας πλακόστρωτης οδού, ένα ηλιόλουστο καλοκαιρινό μεσημέρι. Πίσω του ο δρόμος κατηφορίζει. Μπροστά του ανηφορίζει. Στα δεξιά του, βρίσκεται ένα από τα κορυφαία μνημεία της παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς, στο οποίο συρρέουν εκατομμύρια τουρίστες κάθε χρόνο, για να θαυμάσουν αυτό το διαχρονικό μεγαλείο αισθητικής.

Το βλέμμα του όμως δεν έχει κατεύθυνση προς τα εκεί. Το κεφάλι του γυρνάει διστακτικά προς την αντίθετη κατεύθυνση, στα αριστερά, ώσπου αντικρίζει μία κοινή, πιο κοινή δεν γίνεται, υπερυψωμένη με λίγα πλατιά σκαλιά μπροστά της, είσοδο πολυκατοικίας. Εκ διαμέτρου αντίθετη εικόνα από αυτήν που έχει διαθέσιμη η άλλη πλευρά του ορίζοντα.

Ξαφνικά γύρω του σκοτεινιάζει τελείως απότομα, νυχτώνει. Στα σκαλιά μπροστά του πλέον κάθονται σχετικά κοντά, ένα αγόρι και ένα κορίτσι. Καπνίζουν και συζητάνε. Είναι προφανές ότι και οι δύο λένε άλλα πράγματα από αυτά που σκέφτονται. Υπάρχει ένα εμφανές τρακ και στους δύο. Το αγόρι στρίβει ένα τσιγάρο και λίγα δευτερόλεπτα μετά το κορίτσι τον μιμείται και του ζητάει τον αναπτήρα του, αυτός ανταποκρίνεται και πάει να της το δώσει αλλά τη στιγμή που τα δύο χέρια εφάπτονται, τα μάτια τους εγκλωβίζονται στους άπειρους λαμπερούς αλληλοαντικατοπτρισμούς που δημιουργούνται μέσα σε αυτά. Και αντί για τον αναπτήρα αρχίζουν να ανταλλάσουν φωτιά. Μέσω των φιλιών. Των πρώτων τους.

Το φως επιστρέφει στον ουρανό, το νεαρό ζευγάρι εξαφανίζεται από τα σκαλοπάτια και αυτός νιώθει σαν να ξυπνάει απότομα από ένα όνειρο. Μόνο που γνωρίζει πολύ καλά ότι δεν ήταν ένα όνειρο αυτό που μόλις βίωσε, αλλά μία ανάμνηση που τρέχει ζιγκ-ζαγκ πάνω στη γραμμή που διαχωρίζει την ευτυχία και την οδύνη, την γλύκα και την πίκρα, τον έρωτα και το μίσος, την αγάπη και την αδιαφορία.

Όλα αυτά που ακολούθησαν δηλαδή, αυτό το αγόρι και το κορίτσι από εκείνη τη στιγμή που μοιράστηκαν την φλόγα μέχρι και αρκετό καιρό μετά. Και όλα αυτά έρχονται στο μυαλό του, άναρχα, σαν μία σύνθετη αγέλη λεόντων και υαινών, να επιτίθεται σε ένα απομονωμένο ζώο. Αντιλαμβάνεται ο διαβάτης, ότι δεν είναι δίκαιο να επωμίζεται ολοκληρωτικά στους δικούς του ώμους, το βάρος της ανάμνησης αυτής. Σε έναν αξιοκρατικό κόσμο, η ανάμνηση αυτή και όλα τα παρελκόμενα της πρέπει να μοιραστεί σε όλους τους δικαιούχους της. Και στην προκειμένη περίπτωση, υπάρχει μόνο ένας ακόμα άνθρωπος που έχει πνευματικά δικαιώματα στην ανάμνηση αυτή, μια και όλοι οι υπολοιποι φυσιολογικά την αγνοούν. Το κορίτσι.

Μόνο που υπάρχει ένα πρόβλημα. Η κατάφαση του αγοριού στο αίτημα του κοριτσιού, να μην ξαναεπικοινωνήσουν ποτέ, ακόμα και αν η ίδια αναγνώριζε ότι αυτό δεν το προκάλεσε κάποια λανθασμένη συμπεριφορά του, αλλά οι εξελίξεις της δικής της ζωής, της δικής της ψυχοσύνθεσης. Έχουν περάσει πολλά χρόνια από αυτή την αποδοχή. Να την παραβιάσει τώρα; Και γιατί όχι, σκέφτεται. Υπήρξε πολύ αξιόπιστος απέναντι σε ένα άτομο του οποίου η αξιοπιστία προς αυτόν, είναι τουλάχιστον αμφιλεγόμενη. Όχι, δεν θα σηκώσει αυτό το βάρος μόνος του. Οι ήρωες δεν υπάρχουν πια.

Βγάζει φωτογραφία την είσοδο. Φαινομενικά η πιο ανούσια και κενή νοήματος, φωτογραφία που έχει βγάλει ποτέ. Μία απλή είσοδος πολυκατοικίας. Στην πραγματικότητα όμως είναι η πιο περιεκτική φωτογραφία, τόσο πλεονάζουσα νοήματος για τον ίδιο. Ετοιμάζεται να τη στείλει στο κορίτσι. Αλλά γιατί θέλει να τη στείλει; Τι επιδιώκει; Αν το «βάρος» της ανάμνησης είναι η αιτία, ο στόχος του ποιος είναι; Να τεστάρει την μνήμη της και να θρυμματίσει έστω και για λίγο την τόσο αγαπητή για αυτή, ηρεμία; Να αποτελέσει αφορμή για να τη συναντήσει και να την απολαύσει να λέει ότι περνάει όμορφα τη ζωή της; Ή απλά να κρίνει από την όποια απόκριση της, αν τυχόν υπήρξε ποτέ τόσο σημαντικός για αυτή όσο η ίδια του έλεγε κάποτε, με την αξιοπιστία που προσδίδει η χρονική απόσταση από την τελευταία τους επικοινωνία; Αν τελικά εκείνο το βράδυ στο παγκάκι, είχε να κάνει με μία ακόμα σοφιστικέ «χαζογκόμενα» ή με μία πολύ περίπλοκη, για αυτόν, ψυχή; Αν τελικά αυτή η ιστορία, ήταν μία μεγάλη χαμένη ευκαιρία ή μία μεγάλη μαλακία.

Προτού καν αποφασίσει, πατά το κουμπί της αποστολής. Αναρωτιέται τι θα απαντήσει. «Θυμάμαι.»; «Παράτα με!»; «Τι είναι αυτό;»; Τίποτα;

Παίρνει την κατηφόρα. Έχει να επισκευθεί ένα μνημείο.




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου