Τρίτη 22 Οκτωβρίου 2019

Γιατί μας ελκύουν, τύποι σαν τον Joker;



Ένα από τα πιο πολυσυζητημένα θέματα των τελευταίων ημερών, τουλάχιστον όσον αφορά τα καλλιτεχνικά δρώμενα, ήταν η προβολή της ταινίας «Joker». Ένα κινηματογραφικό έργο πολυαναμενόμενο, καθώς μήνες τώρα, η ιδιοφυής σε θέματα marketing βιομηχανία του Χόλιγουντ, είχε καταφέρει με πολύ ενδιαφέροντα τρέηλερ να κινήσει την περιέργεια του κοινού. Σε συνδυασμό και με το γεγονός ότι ο πρωταγωνιστικός ρόλος αναπτύσσεται από έναν από τους χαρισματικότερους σύγχρονους ηθοποιούς, τον Χοακίν Φοίνιξ, η αδημονία των σινεφίλ και μη χτύπησε κόκκινο.

Δεν την έχω δει την ταινία, αλλά αν κρίνω από τις κριτικές και τα σχόλια, ενώ έχω καταφέρει να γλιτώσω τα
spoilers, δικαιώνει και με το παραπάνω τις όποιες προσδοκίες είχαν δημιουργηθεί. Και έχω την αίσθηση, ότι έχω δημιουργήσει μία στιβαρή εντύπωση για την επιφάνεια της ταινίας, το θεματικό περιβάλλον δηλαδή στο οποίο εκτυλίσσεται. Ποιο είναι αυτό; Ένας άνθρωπος, ο οποίος αντιμετωπίζει μία ψυχασθένεια, άγνωστο ακόμα σε μένα σε ποιο βαθμό, ο οποίος έχει τεθεί στο περιθώριο από την κοινωνία, νιώθει συνεχώς την περιφρόνηση από τους υπόλοιπους ανθρώπους και τελικά με κάποια αφορμή/ες, που δεν τις γνωρίζω ακόμα, γυρνάει ο διακόπτης και αυτό έχει ως αποτέλεσμα τη βαθμιαία υλοποίηση της εκδίκησης του, συνειδητή ή μη, που βρίσκει όμως και μιμητές/οπαδούς, ξανά χωρίς να γνωρίζω αν αυτό είναι μέρος ενός μεγαλύτερου σχεδίου, ή απλά συμβαίνει φυσικά. Θα μου άρεσε, νομίζω, περισσότερο η δεύτερη πιθανότητα.

Αλλά τι είναι αυτό που κάνει τον Τζόκερ, ελκυστικό; Θέλω να πω, γιατί τόσος κόσμος να γοητεύεται από την εξέλιξη της παραπάνω πλοκής; Γιατί γουστάρουμε κατά βάθος τους αντιήρωες, αυτούς που βρίσκονται στο κοινωνικό περιθώριο και τελικά με έναν ανορθόδοξο τρόπο, βρίσκονται στο προσκήνιο, με όλη αυτή τη διαδικασία να προδίδει και τις παθογένειες της σύγχρονης ανθρωπότητας; Δεν συμβαίνει πρώτη φορά. Έχει γίνει με τον
Travis Bickle στο Taxi Driver(παρεπιπτόντως ήδη έχουν αρχίσει οι συγκρίσεις και οι παρομοιώσεις, κάτι λογικό αν σκεφτεί κανείς ότι συμμετέχει ο Σκορσέζε στην παραγωγή), έχει γίνει στο Fight  Club, συμβαίνει τώρα και στον Τζόκερ. Γιατί μας γοητεύουν αυτοί οι losers; Γιατί τους έχουμε ανάγκη στην τελική;

Αρχικά, ας δούμε λίγο τις σύγχρονες ανεπτυγμένες κοινωνίες. Αν υπάρχει ένα βασικό χαρακτηριστικό σε όλες τους, είναι η εξής μία έννοια. Η ιεραρχική δομή τους, απόρροια του γεγονότος ότι είναι βασισμένες πάνω στις ανισότητες. Υπάρχουν οι έξυπνοι και οι χαζοί, οι όμορφοι και οι άσχημοι, οι πλούσιοι και οι φτωχοί και η λίστα είναι ατέλειωτη, ειδικά αν προστεθούν σε αυτή οι ενδιάμεσες υποδιαιρέσεις των διπόλων. Όμως δεν χρειάζεται να είναι κανείς διάνοια για να αναγνωρίσει, ότι κάθε ιεραρχία, κάθε κατάταξη, πέρα από τις θέσεις στην κορυφή και τη μέση, έχει θέσεις και στον πάτο. Και αυτοί που τις κατοικούν, συνήθως θεωρούν ότι άδικα βρέθηκαν εκεί και μεταξύ μας, δεν έχουν πάντα άδικο.

Όπως και να έχει όμως, είναι γεγονός ότι σε όλο αυτό το (τεχνητό) παιχνιδάκι του ανταγωνισμού, τύποι σαν τον Άρθουρ Φλεκ, είναι οι μόνιμα χαμένοι. Και εδώ έρχεται το σημείο που ο κάθε Τζόκερ αρχίζει να μοιάζει πιο γνώριμος για αυτούς που βρίσκονται στη μέση της κατάταξης και σίγουρα πιο συμπαθής από τον κάθε
Sin Boy και Kim Kardashian. Διότι το συναίσθημα της ήττας, το οποίο στον πάτο της κατάταξης είναι μία καθημερινότητα, είναι επίσης αρκετά συνηθισμένο για αυτούς που βρίσκονται στη μέση και γνωρίζουν ότι ποτέ δεν θα μπορέσουν να φτάσουν, στην τόσο υπερπροβεβλημένη κορυφή, εικόνες της οποίας κατακλύζουν τις αισθήσεις τους μέσω των ΜΜΕ.

Ο άκρατος αυτός ανταγωνισμός, ο οποίος επιβάλλει να υπάρχουν συνεχώς νικητές και χαμένοι, η σύγκριση που έρχεται σαν συνέπεια, και η συνειδητοποίηση ότι βρέθηκε στη λάθος πλευρά, έστω και λίγες, αλλά κρίσιμες στιγμές στη ζωή, είναι αυτός που κάνει τη φυσική τάση του ανθρώπου για φιλόδοξες σκέψεις, να αναστραφεί και να δώσει χώρο στην οργή, την αγανάκτηση και φαντάζομαι αν υπάρχει και «πρόσφορο» έδαφος, στην ψυχασθένεια, ήπια ή και βαριά, να ρίξει δηλαδή, λάδι στη φωτιά.

Την οποία φωτιά την κρύβουμε όλοι μας επιμελώς, είτε με την καλλιτεχνική έκφραση, είτε με την ψυχαναγκαστική προσπάθεια για αυτοβελτίωση, είτε με τις ψυχαναλύσεις, είτε με τα ψυχοφάρμακα, είτε με τις καταχρήσεις αλκοόλ και ναρκωτικών. Όλα αυτά τις περισσότερες φορές είναι αρκετά και βοηθάνε ώστε να διαχειριστεί κάποιος το λάδι που του προσφέρουν απλόχερα κάθε φορά που του υπενθυμίζουν το πόσο «λίγος» έχει υπάρξει. Φουντώνει η φλόγα, αλλά είτε βρίσκει τρόπο διαφυγής, είτε απλά το καζάνι είναι πολύ ανθεκτικό. Μόνο που στη δεύτερη περίπτωση, όσο ανθεκτικό και να είναι το καζάνι, τις δονήσεις θα τις νιώσει ο κάτοχος του και σίγουρα θα του έρθει στο μυαλό το πόσο ωραία θα ήταν να γίνει το μπαμ και να λυτρωθεί ή και να εκδικηθεί με τα θραύσματα.

Και αυτό το «μπαμ» είναι που, φαντάζομαι, του παρουσιάζει η ταινία. Και όσο και να μην το παραδέχεται, ικανοποιείται με το θέαμα του ότι κάποιος το πέτυχε. Νιώθει μία μικρή ταύτιση, μία συναισθηματική παρηγοριά που δεν του πρόσφερε ποτέ κανένας από αυτούς που βρίσκονται ψηλά στην ιεραρχία. Ανακαλύπτει ότι κρύβει μέσα του έναν Τζόκερ. Τον οποίο κατά πάσα πιθανότητα θα τον κρύψει καλά, καθώς αυτός τον τρομάζει περισσότερο, από το περιβάλλον που τον καλλιέργησε μέσα του. Θα τον κρύψει. Για την ώρα, τουλάχιστον.




2 σχόλια: