Τρίτη 18 Ιουλίου 2017

Καθώς αδειάζει το ποτήρι...



Τις προάλλες που λες, λίγο πριν το ξημέρωμα βρέθηκα στη Ναυαρίνου. Κρατούσα ένα ποτήρι λευκό κρασί ή ρετσίνα δεν θυμάμαι για να πω την αλήθεια. Λάφυρο  από ένα πάρτυ που βρισκόμουν λίγη ώρα πριν. Καθώς κατέβαινα το μάτι μου έπεσε για ακόμα μια φορά σε ένα υπόστεγο που οδηγεί στην είσοδο μιας πολυκατοικίας. Μηχανικά συμβαίνει εδώ και πολύ καιρό, το ξέρω. Αλλά έχει κάποιους μήνες που το κλείσανε έτσι ώστε να μπορούν να το διασχίσουν πλέον μόνο οι ένοικοι. Λογικά το κλείσανε για να μην βρίσκουν ούτε εκεί ένα καταφύγιο οι άστεγοι. Τα λεωφορεία ήθελαν ακόμα καμιά ώρα για να ξεκινήσουν. Έτσι βρήκα λίγο χώρο ακάλυπτο στη γωνία του υπόστεγου και άραξα.

Περνάω συχνά από εκεί, σχεδόν καθημερινά. Κάθε φορά θυμάμαι.  Εσύ θυμάσαι; Το βράδυ που γνωριστήκαμε σε αυτό το υπόστεγο. Δύο αλητοπαρέες με τις μαλαματίνες στα χέρια κατέφυγαν εκεί για να μην γίνουν μούσκεμα από την ξαφνική καλοκαιρινή μπόρα. Στη κάτω γωνία τα κορίτσια στην πάνω τα αγόρια. Οι ματιές δεν άργησαν να αρχίσουν να πηγαινοέρχονται. Διερευνητικές αρχικά. Στοχευμένες αργότερα. Ένα «στην υγειά σου», στη νοηματική. Και εκεί ξεκίνησαν όλα.

Εκεί πρωτοτσουγκρίσαμε τα μπουκάλια μας. Εκεί πρωτοήρθαν σε επαφή τα χέρια μας. Εκεί πρωτοχάιδεψα τα καστανόξανθα μαλλιά σου. Εκεί πρωτοέκλεισα τα μάτια μου έχοντας ως τελευταία ανάμνηση τα δικά σου, τα γαλαζοπράσινα. Εκεί σε πρωτοφίλησα.

Το μυαλό χωρίς δυσκολία, σχεδόν σε αυτόματο πιλότο, αρχίζει το μεγάλο ταξίδι των αναμνήσεων. Αυτές πότε έρχονται αρμονικά, πότε ταυτόχρονα και με κάνουν να νιώθω ότι το μυαλό μου πολιορκείται.  Το ηλιοβασίλεμα κάτω από το Λευκό Πύργο, το παγκάκι στην παραλία, οι ρετσίνες στην Ραστώνη, το τριαντάφυλλο που σου έδωσα, και πολύ καιρό μετά που σε συνάντησα τυχαία μου είπες ότι το κρατάς ακόμα. Πόσο ήθελα να το πιστέψω αυτό.

Θυμάμαι επίσης τον χαμό που γινόταν μέσα στο μυαλό μας σχετικά με τη ζωή και τον κόσμο, και προσπαθούσαμε μαζί να βγάλουμε μια άκρη, μάταια μάλλον. Που εγώ σου μάθαινα ότι η διαφορά της επιβίωσης με τη ζωή βρίσκεται στη δημιουργία και εσύ στον αυθορμητισμό. Για να καταλάβω τελικά ότι βρίσκεται και στα δύο. Που αναρωτιόμασταν για την ύπαρξη του Θεού, έτσι ώστε να καταλάβω ότι εμείς αγκαλιά ήμασταν η ομοίωση του.  Θυμάμαι τις «κακές» σου συνήθειες που σου έκανα σε αυτές παρέα.  Αυτές ήταν που έκαναν έναν παρτάκια σαν εμένα να φοβηθεί πρώτη και μοναδική φορά τόσο πολύ για κάποιον άνθρωπο.

Ποτέ δεν κατάλαβα γιατί ήρθε το τέλος. Αν και ακόμα μια φορά ήθελα τόσο πολύ να σε πιστέψω όταν μου έλεγες ότι ούτε και εσύ είχες καταλάβει αυτό το γαμημένο γιατί. Προχωρήσα. Με αποδεδειγμένα τελικά κακέκτυπα. Και εσύ πιστεύω προχώρησες. Αν και δεν έχω ιδέα πως και που. Ελπίζω με τα ποιήματα σου συντροφιά. Και ας αθετήσαμε την υπόσχεση που δώσαμε, ότι ποτέ δεν θα φύγουμε ο ένας από τη ζωή του άλλου. Μόνο στην Αριστοτέλους και στην Θύρα 4 της Τούμπας κρατήσαμε για λίγο την υπόσχεση μας έστω και τυχαία.

Πήγε 5. Το ποτήρι άδειασε. Το λεωφορείο σε λίγο έρχεται. Την κάνω. Θα τα ξαναπούμε πιστεύω . Όπως τώρα σε αυτό το υπόστεγο πάλι. Καλά να περνάς...

1η Δημοσίευση: Balaoritou Street


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου