Τρίτη 21 Αυγούστου 2018

Μία φορά και έναν καιρό στην Ανδαλουσία



Carry me caravan, take me away,
take me to Portugal, take me to Spain,
Andalusia with fields full of grain…

Όλα ξεκίνησαν σε μία κλήση Skype που είχα πριν κάποιους μήνες με μία Πολωνή φίλη μου. Σε ένα σημείο της συζήτησης αναφέραμε τα σχέδια, που δεν είχαμε, για τις διακοπές μας το καλοκαίρι. Πραγματικά και οι δύο είχαμε ξεμείνει, καθώς πλησιάζουμε στην ηλικία που οι περισσότεροι φίλοι μας νοικοκυρεύονται και κανονίζουν διακοπές με το ταίρι τους. Εκείνη τη στιγμή έλαμψε στο κεφάλι μου η ιδέα. Να πάμε μαζί Ανδαλουσία.

Η Ανδαλουσία ήταν μαζί με τη Σκωτία, τα δύο μέρη του πλανήτη που είχα υποσχεθεί στον εαυτό μου να επισκευθώ προτού πεθάνω. Τη Σκωτία αξιώθηκα να τη γνωρίσω πέρυσι. Όντας άτομο που ξέρει από πρώτο χέρι ότι η ζωή είναι ρόδα και γυρίζει, ήθελα όσο το δυνατόν συντομότερα να εκπληρώσω και το δεύτερο ταξιδιωτικό προωθημένο, τώρα που γνώριζα ότι μπορώ να αναταπεξέλθω οικονομικά σε αυτό.

Την έπεισα χωρίς ιδιαίτερη δυσκολία με μοναδικό αντάλλαγμα να την κάνω παρέα σε μία συναυλία των
Parov Stellar στη Βαρκελώνη. Κάπως έτσι αφού κανονίσαμε τις άδειες μας, τα εισιτήρια του αεροπλάνου και άλλες τυπικές λεπτομέρειες, βρέθηκα στο αεροδρόμιο της Βαλένθια, της πόλης από την οποία θα ξεκινούσαν οι κοινές μας διακοπές, μια και εκεί θα βρισκόταν εκείνες τις μέρες για επαγγελματικούς λόγους.

Θα σκεφτεί κανείς ότι η Βαλένθια δεν είναι πόλη της Ανδαλουσίας και θα έχει δίκιο. Αλλά αυτή η μικρή εκτροπή δεν με χάλασε καθόλου μια και έτσι θα έβρισκα την ευκαιρία για να κάνω ένα «προσκύνημα» που σκεφτόμουν εδώ και καιρό και στο οποίο θα αναφερθώ εκτενέστερα σε μελλοντικό κείμενο μου.

Το επόμενο πρωινό βρισκόμασταν στο σιδηροδρομικό σταθμό της Βαλένθια,
Joaquin Sorolla και η πρώτη μου σκέψη ήταν ότι πήρε το όνομα του από τον παιχταρά της τοπικής ομάδας που έδρασε την προηγούμενη δεκαετία. Άκυρο. Πήραμε το «γρήγορο» το τρένο, ανετότατο και σε τρεις και κάτι ώρες βρεθήκαμε στην Κόρδοβα όπου θα ήταν η βάση του ταξιδιού μας.

Φτάσαμε στο ξενοδοχείο το οποίο ήταν ο ορισμός του Ανδαλουσιανού μοτέλ. Η αρχιτεκτονική και η διαρρύθμιση του χώρου θύμιζαν βίλλα κάποιου παλιού Δον, ο οποίος θα άραζε εκεί πίνοντας σανγκρία και το αίμα των δουλοπάροικων του που θα μοχθούσαν στα χωράφια με ελιές, της ιδιοκτησίας του.

Είχε πολύ ζέστη αλλά καμία σχέση με τους φόβους μας περί 40+ βαθμών Κελσίου, που είχαν δημιουγηθεί από τον καύσωνα που είχε χτυπήσει όλη την Ευρώπη. Εκτός από την Ελλάδα. Ξεκινήσαμε την περιήγηση μας.

Η Κόρδοβα έχει ιστορία σχεδόν 3000 ετών. Η ανάπτυξη της ξεκίνησε κατά τη Ρωμαϊκή εποχή. Αυτό ήταν και το πρώτο μνημείο που είδαμε, κοντά στο δημαρχείο της, έναν αρχαίο Ρωμαϊκό ναό, συγκεκριμένα κάτι κίονες οι οποίοι βρίσκονταν σε εκπληκτική κατάσταση. Προχωρήσαμε σε μία πλατεία και φάγαμε ψητά λαχανικά συνοδεία ντόπιας μπύρας. Πολύ ωραία ήταν με το ξυδάκι τους ότι έπρεπε για τις υψηλές θερμοκρασίες που υπήρχαν αλλά σαν τα ψητά λαχανικά της μάνας μου δεν ήταν. Χωρίς παρεξήγηση.

Είχε πάει ήδη μεσημέρι. Ώρα για σιέστα μια και ο ήλιος βαρουσε τόσο που δεν ήταν δυνατή οποιαδήποτε περιήγηση. Το βράδυ ήρθε η ώρα να ανακαλύψουμε τη νυχτερινή Κόρδοβα. Φάγαμε τα τάπας μας και αρχίσαμε να κινούμαστε κατά μήκος του ποταμού Γουδαλκιβίρ. Μέχρι όπου φτάσαμε στη Ρωμαϊκή γέφυρα. Στο ένα άκρο της γέφυρας βρισκόταν ένας μεσαιωνικός Ισπανικός πύργος. Κατά μήκος της γέφυρας, υπήρχαν μουσικοί του δρόμου που παίζαν φλαμένκο και στην άλλη άκρη υπήρχε μία αψίδα, άγνωστης σε μένα χρονολογίας. Σε πιο καλή κατάσταση από την αντίστοιχη του Γαλερίου στη Θεσσαλονίκη αλλά πολύ πιο χοντροκομμένη. Και λίγα μέτρα παρακάτω το μεγάλο τζαμί, από τη θέα του οποίου, ξεπρόβαλλε από πίσω το χριστιανικό καμπαναριό. Όλη η ιστορία όχι μόνο της Κόρδοβα, όχι μόνο της Ανδαλουσία αλλά όλης της Ιβηρικής χερσονήσου αποκαλυπτόνταν σε μία απόσταση λίγων μέτρων με μία ματιά. Πόσο όμορφο να συμβαίνει αυτό, πόσο όμορφο να αντιλαμβάνεσαι και να αισθάνεσαι όλους τους πολιτισμούς που έχουν πατήσει πάνω σε λίγα μέτρα γης ανά τους αιώνες.

Το επόμενο πρωί είδαμε τα ίδια ακριβώς μνημεία με το φως του ήλιου και παρ’ ότι η αίσθηση ήταν διαφορετική, δεν έπαυσε να είναι συγκλονιστική. Μπήκαμε μέσα στο Τζαμί, είδαμε τον υπέροχο ανδαλουσιανό κήπο, περπατήσαμε στα στενά της παλιάς πόλης, επισκευθήκαμε το Αλκαζάρ. Παρεπιπτόντως νόμιζα ότι το Αλκαζάρ ήταν ένα και βρισκόταν στη Γρανάδα. Εκεί έμαθα ότι Αλκαζάρ σημαίνει «κάστρο», με άλλα λόγια υπάρχουν πολλά «Αλκαζάρ» σε όλη την Ανδαλουσία. Σε όλη την παλιά πόλη υπήρχαν όμορφα μικρά μυστικά, όπως κρυμμένοι ναοί, αυλές και κήποι βγαλμένα από μία άλλη εποχή, μία άλλη διάσταση. Το βράδυ βρεθήκαμε μάρτυρες ενός τοπικού πανηγυριού με φλαμένκο χορούς. Είδα αυτό το μαγικό χορό να βιώνεται και όχι απλά να χορεύεται από κοριτσάκια 5 χρονών, ενήλικες γυναίκες και ηλικιωμένες κυρίες ανώ των 70. Και κάθε περίπτωση είχε τη γοητεία της. Τα κοριτσάκια για το χαριτωμένο της υπόθεσης, οι ενήλικες για το αισθησιακό και οι ηλικιωμένες για την καλοπροαίρετη ζήλεια και ευχή όταν γεράσω να έχω και εγώ το ίδιο πάθος για τη ζωή.

Την επόμενη μέρα βρεθήκαμε στη Σεβίλλη. Και αν στην Κόρδοβα χαθήκαμε στο γοητευτικό της παρελθόν, στη Σεβίλλη βιώσανε παρελθόν, παρόν και μέλλον μαζί. Πήραμε το τουριστικό λεωφορείο και κατεβήκαμε στη
Playa America, ένα υπέροχο πάρκο με νεοκλασσικά ανδαλουσιανά κτίρια και κήπους με τοπικά λουλούδια και φυτά. Ήπιαμε μία μπύρα εκεί και συνεχίσαμε με το επόμενο τουριστικό λεωφορείο. Παρά την αφόρητη ζέστη, ένιωθα κάπως καλύτερα όταν το όχημα κινούταν και φύσαγε ένας ζεστός, έστω, αέρας. Όταν σταματούσε στα φανάρια, ένιωθα σαν αυγό που τηγανίζεται. Η Σεβίλλη είναι μία σύγχρονη πόλη όπου σε κάθε γωνία της ξεμυτίζει και ένα παρελθοντικό στοιχείο. Όπως και η Θεσσαλονίκη. Και κάποιες φορές και μελλοντικό καθώς αξιώθηκα πρώτη φορά στη ζωή μου να δω πύραυλο, από αυτούς που πάνε στο διάστημα, ως μέρος ενός φουτουριστικου πάρκου που βρίσκεται εκεί. Έπειτα από την περιήγηση μας με το λεωφορείο κατέβηκαμε στο ιστορικό κέντρο της πόλης, όπου δέσποζε ο επιβλητικός καθεδρικός ναός και το τοπικό Αλκαζάρ. Επιστρέψαμε στο σταθμό, διαπιστώσαμε ότι το επόμενο λεωφορείο για Κόρδοβα ήταν σε 3 ώρες, έτσι γυρίσαμε πίσω στο ιστορικό κέντρο και αράξαμε για φαγητό και μπύρα σε ένα φανταστικό μπαράκι, με υπέροχη διαρρύθμιση, μουσική, έναν συνδυασμό Ιρλανδικής παμπ και Ανδαλουσιανής ταβέρνας, με άψογες γεύσεις, ποικιλίες στις μπύρες και εξυπηρετικότατο προσωπικό. «The Merchants» λέγεται, σας το προτείνω ανεπιφύλακτα αν βρεθείτε ποτέ στη Σεβίλλη.

Την επόμενη μέρα χαλαρώσαμε στην Κόρδοβα εξερευνώντας κάθε στενάκι της. Είναι απίστευτο, αυτή η πόλη όσο και να την περπατήσεις και να βλέπεις ξανά και ξανά τις ομορφιές της, κάθε φορά αισθάνεσαι ότι βλέπεις κάτι καινούριο. Κάτι αντίστοιχο μόνο στη Θεσσαλονίκη το έχω νιώσει και το μόνο κοινό στοιχείο που βρίσκω στις δύο πόλεις, είναι ότι μέσω των μνημείων των διάφορων ιστορικών περιόδων, αισθάνθηκα την πολυπολιτισμικότητα που υπάρχει στο
DNA τους.

Έπειτα επισκευθήκαμε τη Μάλαγα. Η φίλη μου ήθελε να πάει στη φημισμένη παραλία της, εγώ ήθελα να επισκευθώ το λιγότερο φημισμένο Μαυριτανικό κάστρο που βρίσκεται εκεί, το
Alcazaba. Η παραλία ήταν τρισάθλια, βρώμικη και ανοργάνωτη ενώ η θάλασσα ήταν βρώμικη και από ανθρώπινα σκουπίδια αλλά και από φύκια, τίγκα στις πέτρες. Και πιστέψτε με, η φίλη μου είχε χειρότερη άποψη. Σαν τη Χαλκηδική δεν έχει. Το καστρο αντίθετα μας αποζημίωσε, με τη γοητευτική για μένα αρχιτεκτονική του και την υπέροχη θέα που μας παρείχε, στην πόλη της Μάλαγα και στο λιμάνι της.

Και τελικά φθάσαμε στην τελευταία μέρα πριν την επιστροφή μας στη Βαλένθια η οποία θα διαρκούσε 10 ώρες μέσω λεωφορείου, μια και για κάποιο ανεξήγητο λόγο η ιστοσελίδα των τρένων της Ισπανίας έβγαζε σε κάθε δρομολόγιο ότι είχαν απομείνει μόνο δύο θέσεις αναπήρων και το τηλέφωνημα που κάναμε στο νούμερο υποστήριξης δεν βοήθησε ιδιαίτερα. Αποφασίσαμε να αφεθούμε για μία τελευταία φορά στην Κόρδοβα.

Την επόμενη μέρα ξεκίνησε ο μαραθώνιος της επιστροφής. Εξοπλιστήκαμε με μπόλικα
bocadillos y tortilla και ανακαλύψαμε θέλοντας και μη όλη τη νότιο Ισπανία, την οποία διασχίσαμε. Κακή εντύπωση μου έκανε το γεγονός ότι σε δύο διαφορετικές καφετέριες σε δύο διαφορετικές στάσεις, που ζήτησα ice coffe, μου φέρανε ζεστό. Έλεος.

Συνοψίζοντας, νιώθω ότι το ταξίδι μου στην Ανδαλουσία, δικαίωσε το απωθημένο μου, ειδικά η Κόρδοβα. Χάρηκα που πήγα σε μία περιοχή που ενώ έχει το κοινό στοιχείο με την Ελλάδα να βρίσκεται στα σύνορα Δυτικού-Μουσουλμανικού κόσμου και ενώ, όπως και η Ελλάδα, επηρεάζεται άμεσα και από τους δύο, το αποτέλεσμα είναι τελείως διαφορετικό. Είναι σαν να μαγειρεύεται διαφορετικό φαγητό με τα ίδια υλικά. Και αποδεικνύεται και στις δύο περιπτώσεις, ότι όσα πιο πολλά διαφορετικά στοιχεία περιλαμβάνει ένας πολιτισμός, όσο πιο «μπάσταρδος» είναι, τόσο πιο γοητευτική είναι και η διαδικασία της γνωριμίας με αυτόν.



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου