Τρίτη 24 Απριλίου 2018

Η διαδικασία της απανθρωποίησης



Πριν καμιά δεκαριά χρόνια ήταν, όταν πήγα στο φροντιστήριο, λιγό μετά τις πανελλαδικές εξετάσεις πάνω στο αγαπημένο μου εξεταζόμενο μάθημα, την Έκθεση. Το θέμα δεν το θυμάμαι για να είμαι ειλικρινής. Θυμάμαι όμως τη καθηγήτρια μου να με ακούει με ικανοποίηση καθώς της ανέλυα αυτά που μόλις πριν λίγο είχα γράψει. Και φτάνουμε στο σημείο που όλο περηφάνεια της λέω: «και σε εκείνο το σημείο αναφέρω την απανθρωποίηση». Το βλέμμα της πάγωσε. Όχι τελείως άδικα μια και όταν βγήκαν το αποτελέσματα ο πρώτος εξεταστής μου είχε βάλει 9, ο δεύτερος 17 και ο τρίτος 11.

Ποτέ όμως δεν μετάνοιωσα για αυτό το «ατόπημα» μου. Όντας σαφέστατα επηρεασμένος εκείνη την εποχή από τον δίσκο “Demanufacture” των Fear Factory(φανταστείτε τους Depeche Mode σε μία death metal εκδοχή) ο οποίος ήταν το πρώτο μέρος μίας τριλογίας δίσκων που αναφερόταν σε μία εποχή που οι μηχανές επαναστατούσαν εναντίων των ανθρώπων και τους άλλαζαν τα πρέκια, κάτι σαν το Terminator, ήταν αδύνατο για μένα να μη δω τις ομοιότητες μεταξύ της αλληγορίας και της πραγματικότητας που παρατηρούσα γύρω μου. Και δεν μετάνοιωσα διότι μεγαλώνοντας, δεν άλλαξαν τα ερεθίσματα που εισπράττω από το περιβάλλον μου.

Ξεκινώντας με μία μακροσκοπική οπτική αρχικά, παρατηρώντας γενικότερα τον κόσμο μας, είναι ξεκάθαρο ότι οποιαδήποτε εξέλιξη είτε σε κοινωνικό, είτε σε πολιτισμικό είτε σε οποιοδήποτε τελικά επίπεδο, δίνει μία και μόνο κατεύθυνση που καταλήγει σε έναν και μόνο προορισμό. Την συντριβή των συναισθημάτων, των ιδεών και γενικότερα της πνευματικής καλλιέργειας των προσωπικοτήτων. Οι θεωρητικές επιστήμες, που είναι τόσο σημαντικές για το ανθρώπινο πνεύμα, περιθωριοποιούνται όλο και περισσότερο, μέσω της αγοράς εργασίας. Αντίθετα οι θετικές και οι τεχνολογικές επιστήμες, οι οποίες προτρέπουν μέσω της ίδιας του της φύσης, τους ανθρώπους να σκέφτονται μόνο με αριθμούς και με λογικές διαδικασίες κερδίζουν όλο και πιο πολύ σε δημοτικότητα. Λέγοντας  λογικές διαδικασίες εννοώ την γλώσσα του 0 και 1. Αυτόματα το ανθρώπινο μυαλό συνηθίζει να μην αντιλαμβάνεται οτιδήποτε ενδιάμεσο, να σκέφτεται με συγκεκριμένα όρια και με πιο αυτοματοποιημένες διαδικασίες. Ξέρω είναι ειρωνικό να τα λέω αυτά από τη στιγμή που εργάζομαι σαν μηχανικός σε μία εταιρεία που κατέχει το 80% παγκόσμιο μονοπώλειο της κατασκευής μηχανών που δημιουργούν μικροτσιπ. Των μήτρων δηλαδή της σύγχρονης τεχνολογίας. Αυτό είναι που με κάνει όμως να αναγνωρίζω  την χρησιμότητα των θετικών και τεχνολογικών επιστημών, αρκεί όμως να είναι ένα εργαλείο για την εξέλιξη της ανθρωπότητας και  όχι ο κινητήριος μοχλός της. Αυτός ο ρόλος πρέπει να είναι αποκλειστικότητα των θεωρητικών επιστημών, των επιστημών του πνεύματος.

Κοιτάζοντας όμως τα πράγματα και σε πιο κοντινό πλαίσιο, δεν μπορώ να αισθανθώ καλύτερα. Όλο και συχνότερα ακούω και βλέπω ανθρώπους να νιώθουν εξαπατημένοι από τις ανθρώπινες σχέσεις και τις ζωές τους. Και η μόνη τους άμυνα απέναντι σε αυτό είναι το να κλείνονται στον εαυτό τους και να μην ανοίγονται ποτέ. Έχουν βάλει ως μοναδική τους προτεραιότητα την επιβίωση, και η επιβίωση συμβαδίζει μόνο με ρηχά και σύντομα συναισθήματα. Ίσα ίσα για να μπορούμε να αναπνέουμε. Κρέας για κρέας. Η ζωή και η ανθρωπιά έχουν καταντήσει επικίνδυνες έννοιες. Φτάνουμε σε ένα σημείο που η αποξένωση φαντάζει η μοναδική διέξοδος,  είτε γιατί η ζωή μας επιβάλλει να πονάμε πολύ, είτε επειδή δεν αντέχουμε να πονάμε έστω και λίγο. Και σε αυτό σίγουρα συνεισφέρει και το ακαλλιέργητο πνεύμα μας που ανέφερα στην προηγούμενη παράγραφο. Όσο και αν παρατηρήσει κανείς τη βιτρίνα μας στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, που έχουν καταντήσει ένας οχετός ευτυχίας, η αλήθεια είναι ότι δεν πείθεται. Διότι οι πωλήσεις των ψυχοφαρμάκων έχουν εκτιναχθεί στα ύψη, όπως και τα κέρδη των ψυχολόγων-ψυχοθεραπευτών και φυσικά και ο αριθμός των αρθρογράφων.

Ένας καθηγητής μου στο ΤΕΙ, που απεβίωσε σχετικά πρόσφατα, συνήθιζε να λέει την εξής φράση στην οποία μπορεί να συνοψιστεί ολόκληρο των νόημα των προηγούμενων παραγράφων:
«Έχεις ένα μαχαίρι. Με το ίδιο μαχαίρι μπορείς να κόψεις ψωμί και να ταίσεις τον συνάνθρωπο σου, με το ίδιο μαχαίρι μπορείς να του κόψεις το λαρύγγι.»

Και κλείνω με ένα Spoiler Alert. Στην τριλογία των Fear Factory, η ανθρωπότητα φτάνει κοντά στον αφανισμό. Κάποιοι λίγοι τελευταίοι αντιστέκονται και τελικά καταφέρνου να αποτρέψουν την εξαφάνιση του ανθρώπινου είδους. Το τελικό αποτέλεσμα δεν είναι αυτό που φαντάζεται κάποιος, δηλαδή η επικράτηση των ανθρώπων εναντίον των μηχανών. Είναι η δημιουργία ενός νέου είδους, ενός μείγματος ανθρώπου και μηχανής.  Ένα πλάσμα του οποίου τα υλικά μέρη μπορεί να ήταν σε μεγάλο βαθμό μηχανικά, το πνεύμα του όμως ήταν αποκλειστικά ανθρώπινο.



Τετάρτη 18 Απριλίου 2018

Η πολυπολιτισμικότητα της Θεσσαλονίκης



Άπειρες λέξεις έχουν γραφτεί για την γοητεία της Θεσσαλονίκης. Άλλες αναφέρονται στον τρόπο ζωής της πόλης, άλλες για τους κατοίκους της, άλλες για τα μνημεία και τα αξιοθέατα της, άλλες για το φαγητό της και πάει λέγοντας. Η αλήθεια είναι ότι εγώ προσωπικά σαν Θεσσαλονικιός δεν συνεριζόμουν τόσο πολύ όλα αυτά διθυραμβικά σχόλια, μέχρι την ενηλικίωση μου.

Με το που μετακόμισα, λόγω των σπουδών μου και επειδή μόνο όταν χάνεις κάτι καταλαβαίνεις την αξία του, άρχισα και εγώ να αφουγκράζομαι όλο αυτό το κλίμα υπέρ της πολης. Προσπαθούσα να καταλάβω τι είναι αυτό που κάνει αυτή την πόλη ελκυστική, από τη στιγμή που σίγουρα δεν είναι ιδιαίτερα φροντισμένη διαχρονικά, από τους κατοίκους και τις αρχές της.

Έχοντας την Ιστορία, ως συχνό οδηγό, για να βγάζω συμπεράσματα γενικά για τη ζωή δεν μπορούσα να μην αρχίσω να ψάχνω ενδελεχώς αυτή της Θεσσαλονίκης. Συνδυάζοντας αυτή την αναζήτηση με τα νυχτοπερπατήματα στους δρόμους της πόλης, έφτασα σε ένα συμπέρασμα ρεαλιστικό και μεταφυσικό ταυτόχρονα. Η γοητεία της Θεσσαλονίκης βρίσκεται στην πολυπολιτισμικότητα που μέσα από τους αιώνες έχει περάσει στον αέρα της.

Η πόλη ιδρύθηκε το 315 π.Χ. Μόλις 8 χρόνια πριν είχε πεθάνει ο Αλέξανδρος ο Γ’, ο οποίος είχε δημιουργήσει με τις κατακτήσεις του έναν καινούριο παγκοσμιοποιημένο κόσμο. Σε αυτό το παγκοσμιοποιημένο περιβάλλον, ο τότε βασιλιάς της Μακεδονίας, Κάσσανδρος, αποφάσισε να ιδρύσει μία πόλη  η οποία θα αποτελούσε το φυσικό λιμάνι του βασιλείου του, που θα επέτρεπε στη Μακεδονική ενδοχώρα να επικοινωνήσει με τα λιμάνια της Ανατολικής Μεσογείου.

Στον Ελληνιστικό κόσμο, όπου η κοινή γλώσσα ήταν τα ελληνικά, όπου οι έμποροι επικοινωνούσαν μεταξύ τους χωρίς να ενδιαφέρονται ιδιαίτερα για τις διαμάχες των βασιλιάδων, και τα σύνορα άλλαζαν με γρήγορους ρυθμούς, ήταν φυσικό επακόλουθο οι πόλεις-λιμάνια να έχουν ισχυρές κοινότητες εμπόρων που κατάγονταν από τελείως διαφορετικές τοποθεσίες. Έτσι λοιπόν από την αρχή στη Θεσσαλονίκη, πέρα από τους Μακεδόνες, εγκαταστάθηκαν και άλλοι Έλληνες, Ανατολίτες, Αιγύπτιοι, Σύριοι, Ιουδαίοι, Φοίνικες και άλλα.

Τα πράγματα δεν διαφοροποιήθηκαν ούτε την εποχή της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, της οποίας η Θεσσαλονίκη είχε αναδειχθεί σε μία από τις σημαντικότερες πόλεις της. Αντίθετα εντάθηκαν καθώς η πολυπολιτισμικότητα άρχισε να εκφράζεται και μέσω της θρησκείας. Η πόλη φιλοξενούσε ναούς και εκκλησίες αφιερωμένες στο Δωδεκάθεο καθώς και στις πολύ διαδεδομένες τότε Αιγυπτιακές θεότητες. Σύντομα υποδέχτηκε και τον Χριστιανισμό, αν και ο Γαλέριος που έκανε την Θεσσαλονίκη πρωτεύουσα της επικράτειας του, προέβη σε διωγμούς εναντίον τους.

Η πολυπολιτισμική φύση της πόλης θα μπορούσε να αλλάξει επί Βυζαντινών χρόνων, αν οι ίδιοι οι Ρωμιοί σαν κοινωνικό σύνολο δεν ήταν και αυτοί αποτέλεσμα παντρέματος διαφορετικών λαών και παραδόσεων. Η ανοχή σε διαφορετικές θρησκείες σίγουρα περιορίζεται, έως εκμηδενίζεται για αρκετούς αιώνες, αλλά από τον 10ο αιώνα και μετά οι αντιστάσεις αυτές κάμπτονται, καθώς το εμπόριο αρχίζει ξανά να ακμάζει ιδιαίτερα στους λαούς της Μεσογείου. Η Θεσσαλονίκη ως μία από τις μεγαλύτερες πόλεις της, δεν θα μπορούσε να μην αποτελεί κέντρο διερχομένων εμπόρων καθώς και μόνιμα εγκατεστημένων αντιπροσώπων, κυρίως Ιταλών. Ταυτόχρονα πολλοί λαοί των Βαλκανίων(Σέρβοι, Βούλγαροι) που ήταν Ρωμιοί υπήκοοι, για να γλιτώσουν επιδρομές φύλων που περνούσαν τον Δούναβη, έβρισκαν ασφάλεια μέσα στα τείχη της. Είναι χαρακτηριστικό ότι τον 12ο η πόλη φαίνεται να ξεπερνούσε τους 150.000 κατοίκους, την ίδια έποχη που η πρωτεύουσα της Αγγλίας, Λονδίνο είχε 30.000, η αντίστοιχη της Γαλλίας, Παρίσι είχε 50.000. Στην πόλη αναπτύχθηκαν ιδέες, επηρεασμένες από άλλες Ευρωπαϊκές πόλεις, με μεγαλύτερο παραδείγμα το κίνημα των Ζηλωτών που η απαρχή του ήταν ξεκάθαρα επηρεασμένη από τα αντίστοιχα κινήματα των πόλεων της Φλάνδρας και στη συνέχεια περιείχε πολλά προσοσιαλιστικά στοιχεία.

Όταν η Οθωμανική Αυτοκρατορία, κατέλαβε την πόλη, αυτή βρισκόταν σε παρακμή. Ο διωγμός των Εβραίων της Ισπανίας, ήταν το κατάλληλο δώρο στον τότε Σουλτάνο για να προσφέρει σωτηρία για αυτούς και ανάσα ζωής για την Θεσσαλονίκη. Κάπως έτσι ονομάστηκε και μητέρα του Ισραήλ καθώς από τότε και μέχρι τον 20ο αιώνα η πολυπληθέστερη κοινότητα της πόλης ήταν η Εβραϊκή. Αν και επι Οθωμανών, η πόλη δεν έφτασε ποτέ τα επίπεδα του διεθνούς κύρους που είχε επί Βυζαντίου, παρέμεινε σημαντική μητρόπολη (και) για αυτό το πολυπολιτισμικό κράτος.

Και φτάνουμε στο 1912. Η Θεσσαλονίκη γίνεται μέρος του Νεο-Ελληνικού κράτους. Η κατανομή του πληθυσμού της πόλης επιβεβαιώνει την πολυπολιτισμική φύση της που υπήρχε στη διάρκεια όλων των προηγούμενων αιώνων. Τότε διέμεναν στην πόλη 60.000 Ισραηλίτες, 39.000 Έλληνες, 45.000 μουσουλμάνοι και 10.000 διάφοροι άλλοι λαοί, κυρίως βαλκανικοί.

Δυστυχώς κατά τη διάρκεια του 20ου αιώνα, τυχαίες ή μη συγκυρίες, οδήγησαν στην αποδυνάμωση της πολυπολιτισμικότητας της πόλης, με σημαντικότερες τον διωγμό των Εβραίων της πόλης κυρίως κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Η άφιξη των Ρωμιών προσφύγων στην πόλη το 1922 σίγουρα στάθηκε σημαντικό ανάχωμα προς την απόλυτη Ελληνοποίηση της πόλης, μια και οι ίδιοι ήταν εκ φύσεως φορείς πολυπολιτισμικότητας και μάλιστα όντας έστω και μικρή πλειοψηφία, μπόρεσαν να τη μεταδόσουν σε τέτοιο βαθμό ώστε πλέον να μπορούμε ακόμα να μιλάμε για μία αίσθηση συνύπαρξης διαφορετικών πολιτισμών και κουλτούρων.

Αυτή η αίσθηση είναι το μεταφυσικό στοιχείο που ανέφερα σε μία από τις πρώτες παραγράφους αυτού του κειμένου. Δεν είναι δυνατόν 22 και παραπάνω αιώνες συνεχόμενης πολυπολιτισμικής ζωής να μην αφήσουν το στίγμα τους, ειδικά όταν συνοδεύονται από αντίστοιχες πολιτισμικές επιρροές. Και αυτό, για κάποιον που γνωρίζει την ιστορία της Θεσσαλονίκης, είναι διαθέσιμο στον ίδιο τον αέρα της πόλης. Στην τελική η «γοητεία» είναι μία λέξη η οποία δεν βασίζεται τόσο σε υλικά ερεθίσματα αλλά σε αισθήσεις. Και επειδή η ατέλεια είναι που κάνει τη γοητεία, είναι αυτές οι ατέλειες που έχει η σύγχρονη Θεσσαλονίκη που την κάνουν γοητευτική.

Η πολυπολιτισμικότητα είναι η φύση της Θεσσαλονίκης. Τα τελευταία χρόνια γίνονται κάποιες προσπάθειες να ανακτήσει ένα μέρος της. Έχει πολύ δρόμο ακόμα. Αλλά αν εμείς οι Θεσσαλονικείς θέλουμε να λέμε ότι σεβόμαστε την ιστορία της πόλης μας, πρέπει να κάνουμε ότι μπορούμε για να το καταφέρουμε αυτό. Για να μπορέσουμε να δικαιώσουμε το ρητό του Νικηφόρου Χούμνου, ενός Θεσσαλονικιού λόγιου του 14ου αιώνα μ.Χ
.
«Ως ουδείς άπολις μέχρις αν η των Θεσσαλονικέων ή πόλις»

«Κανείς άνθρωπος δεν θα μείνει χωρίς πατρίδα, όσο θα υπάρχει η Θεσσαλονίκη.» 




Τρίτη 10 Απριλίου 2018

Δεν υπάρχει παλιά και νέα ζωή



Υπάρχουν αυτές οι στιγμές, που βρισκόμαστε αντιμέτωποι με το παρελθόν μας. Ειδικά όταν αυτό το παρελθόν ήταν ένα πρόσφατο παρόν, στο οποίο η ποσότητα και η ποιότητα των εμπειριών, δεν μας δίνει τον χρόνο και τον χώρο για να αντιληφθούμε το τι ακριβώς ζούμε. Και να λοιπόν ξαφνικά βρισκόμαστε παρέα με τον εαυτό μας και προσπαθούμε να βάλουμε σε μία τάξη το μυαλό μας.

Πόσο όμορφα δύσκολο είναι αυτό όμως; Ειδικά όταν το πρόσφατο παρελθόν είναι τελείως διαφοροποιημένο από υπόλοιπο παρελθόν που έχουμε ζήσει. Και σκέψου, αυτό το υπόλοιπο παρελθόν να είναι μόνο λίγες ώρες μακρυά. Πω ρε φίλε, πάλι γαμάω το κεφάλι μου.

Έχουν περάσει αρκετοί μήνες από τότε που αποφάσισα να αλλάξω τη ζωή μου. Να δημιουργήσω μία καινούρια ζωή. Οι λόγοι που με οδήγησαν σε αυτό ήταν ένας συνδυασμός αρνητικών και θετικών εμπειριών και σκέψεων που είχα μαζέψει μέχρι τότε. Ο βασικότερος ο λόγος όμως ήταν και θετικός και αρνητικός ταυτόχρονα.

Όντας ένας άνθρωπος που λατρεύει την εξέλιξη και αρρωσταίνει με τη μονοτονία, είχα φτάσει σε ένα σημείο που ήθελα νέες προκλήσεις στη ζωή μου. Νέους στόχους. Νέες εμπειρίες. Καλώς ή κακώς οι καταστάσεις που ζούσα δεν μου επέτρεπαν να αισιοδοξώ ότι θα μπορούσω να ακολουθήσω αυτή τη φιλοσοφία. Έτσι έπρεπε να επιχειρήσω τη μεγάλη αλλαγή.

Δεν θυσίασα λίγα πράγματα. Το αντίθετο. Η ζωή μου συγκριτικά με άλλες περιόδους ήταν καλύτερη τότε. Αλλά δεν υπήρχε κάμιά προοπτική για κάτι καλύτερο. Αυτό με ξενέρωνε. Και τώρα στέκομαι εδώ με λίγο κρασί και μία μπύρα που μου πρόσφερε ο κοινωνικός σε βαθμό κακουργήματος συγκάτοικος μου και προσπαθώ να αντιληφθώ το τι έζησα τόσο καιρό.

Πως να τα βάλεις όλα σε μια σειρά; Συγκεχυμένες έρχονται οι αναμνήσεις. Όμως ακόμα και έτσι αντιλαμβάνομαι ότι η πλειοψηφία τους είναι όμορφες. Και αντιλαμβάνομαι ότι έχω βάλει νέες βάσεις στη ζωή μου, οι οποίες προσφέρουν τις πάντα επιθυμητές σε μένα προοπτικές. Έχτισα ένα πρόσφατο παρελθόν το οποίο μου δίνει τη δυνατότητα να κυνηγήσω και να διεκδικήσω το μέλλον. Ναι είμαι χαρούμενος. Ναι ξέρω ότι η ζωή πάντα έχει τα πάνω της και τα κάτω της. Η γνώση αυτής της κυκλοθυμικότητας της ζωής μου δίνει τη σοφία να απολαμβάνω χωρίς τυμπανοκρουσίες τα «πάνω» της και να μην πανικοβάλλομαι στα κάτω της.

Και τώρα ετοιμάζομαι σε λίγες ώρες να ξανασυναντήσω ένα μέρος της ζωής που είχα αφήσει πίσω μου. Η νέα ζωή που επέλεξα βλέπετε, μου έδωσα το  δικαίωμα να αποβάλλω ότι άσχημο είχε η παλιά και να κρατήσω τα όμορφα. Στο μυαλό μου και στην καρδιά μου. Διότι όταν αλλάζει κάποιος τη ζωή του είναι αγνωμοσύνη μαζί με τα άσχημα να ξεχνάει και τα όμορφα που ζούσε μέχρι τότε. Διότι τόση ώρα που αναφέρω τους όρους «παλιά» και «νέα ζωή» διαπράττω ένα μεγάλο λάθος.

Δεν υπάρχει παλιά και νέα ζωή. Μία είναι η ζωή. Η δική μας. Ξεκινάει. Εξελίσσεται. Και κάποια στιγμή τελειώνει. Κατά τη διάρκεια της, όσο διαφορετική και να παρουσιάζεται κατά περιόδους, θα συναντήσουμε άσχημες και όμορφες καταστάσεις. Άσχημους και όμορφους ανθρώπους. Μέχρι κάποια στιγμή να ξαναγίνουμε ασυνείδητο μέρος του σύμπαντος που μας την πρόσφερε. Ας την απολαύσουμε μέχρι τότε, χωρίς να συγκρίνουμε τις περιόδους της, και ας φροντίσουμε να κρατάμε τις ομορφιές της και να μαθαίνουμε από τις ασχήμιες της.  Ή έστω μόνο το πρώτο. Οπωσδήποτε το πρώτο.





Τρίτη 3 Απριλίου 2018

Οι έμποροι του συναισθήματος



Ζούμε σε μια εποχή που αντίθετα με ότι διαφημίζουμε στα social media, οι άνθρωποι νιώθουν όλο και περισσότερο μόνοι. Αβοήθητοι πολλές φορές, μπροστά στις επώδυνες προκλήσεις που εμφανίζει η καθημερινότητα του κόσμου μας, την οποία όλοι μαζί με περισσή αδιαφορία χτίσαμε. Εξαιρέσεις προφανώς υπάρχουν, αλλά δεν αρκούν για να καταργήσουν τον γενικό κανόνα.  Οι κοινωνίες μας είναι απάνθρωπες κατά το μεγαλύτερο μέρος τους.

Και μέσα σε αυτό το γενικό το κλίμα που οι αυτοκτονίες, τα ψυχοφάρμακα και οι ψυχοθεραπευτές πολλαπλασιάζονται, εμφανίζονται αυτοί. Οι έμποροι του συναισθήματος. Ναι σίγουρα τους έχετε πετύχει. Είναι αυτοί που βομβαρδίζουν τους πάντες γύρω τους με «συναισθήματα».  Με ρυθμούς που θα ζήλευε και καρκίνος που προκαλείται από εισροή ραδιενεργού πολώνιου, υπερχειλίζουν την καθημερινότητα μας με αγάπες, φιλίες και έρωτες. Χωρίς να το εννοούν  φυσικά. Αυτό είναι το πρόβλημα.

Ακόμα και ο εμετός που μας έρχεται κάθε φορά που τους βλέπουμε επί τω έργω απέναντι σε άλλους στόχους, δεν είναι αρκετός για να εφησυχαστούμε ότι θα τους αποφεύγουμε κάθε φορά με μοναδικές απώλειες το περιεχόμενο του στομαχιού μας. Το προαναφερόμενο πρόσφορο έδαφος, κάποια στιγμή θα τους ευνοήσει για να μπορέσουν να μας μολύνουν. Γιατί όσο δυνατοί και αν είμαστε, όσο και αν έχουμε μάθει να πορευόμαστε μόνοι μας στη ζωή χωρίς να έχουμε ανάγκη κανέναν πούστη, ας μην γελιόμαστε όλοι έχουμε ανάγκη μια αγκαλιά, τόσο που μερικές φορές εθελοτυφλούμε και την αποδεχόμαστε ακόμα και όταν μας κάνει μπαμ ότι είναι μούφα.

Και είναι εκείνη η πουτάνα η στιγμή που λεμε, «δεν είμαι μόνος». Εκεί το καρκίνωμα των εμπόρων του συναισθήματος έχει αρχίσει να εξαπλώνεται. Και αρχίζει η αντίστροφη μέτρηση.  Τα συμπτώματα στην αρχή αμυδρά και αμελητέα, αλλά όσο περνάει ο καιρός, θα γίνονται πιο έντονα. Διότι ο χρόνος είναι ο καλύτερος εραστής της αλήθειας.  Και σύντομα θα φέρει το τελικό σύμπτωμα.  Είναι η στιγμή που σαν άνθρωποι και εμείς θα έχουμε τα ζόρια μας ή τα όνειρα μας και θα τους χρειαστούμε δίπλα μας. Και εκεί είναι που θα μας πουλήσουν. Εκεί πλέον ο καρκίνος είναι εμφανής.

Γιατί το κάνουν αυτό θα αναρωτιέται κανείς; Είναι άνθρωποι με προβλήματα, με πληγές όπως και εμείς. Δεν ξέρουν; Ξέρουν αλλά δεν τους νοιάζει. Η διαφορά μας είναι ότι είναι  τόσο παρτάκηδες τόσο εγωπαθείς αλλά και τόσο θλιβερά αδύναμοι ταυτόχρονα που το μόνο που τους νοιάζει είναι να γλείψουν για λίγο τις πληγές τους. Και ας ξέρουν ότι δεν θα τις θεραπεύσουν. Τόσο το καλύτερο για αυτούς, πως θα μπορούν μετά να το παίζουν drama queens του κερατά, πως θα πετυχαίνουν τον συναισθηματικό προσηλυτισμό; Και μόλις ρουφήξουν και την τελευταία ρανίδα πραγματικού συναισθήματος από τα θύματα τους, βλέποντας ότι πλέον δεν έχουν άλλη ζωή να αφαιμάξουν, αρχίζουν και ψάχνουν το επόμενο θύμα τους. Ένας φαύλος κύκλος.

Δεν μπορούν να κάνουν και πολλά άλλα πράγματα στη συναισθηματική τους ζωή. Σαν ρεπλίκες ανθρώπων που είναι, κακά αντίγραφα, κακέκτυπα και όχι πραγματικοί άνθρωποι, είναι περιορισμένων δυνατοτήτων. Αυτό έχουν μάθει. Αυτό το «χάρισμα» τους όμως είναι και η κατάρα τους. Δεν θα νιώσουν ποτέ πόσο σπουδαίο και όμορφο είναι να παρατάς τα πάντα για να βοηθήσεις έναν φίλο το δευτερόλεπτο που σε καλεί και να ξέρεις ότι ήσουν εκεί και του έδωσες τη δύναμη να συνεχίσει τον αγώνα του. Δεν θα νιώσουν ποτέ πως είναι να τα θυσιάζεις όλα για τον έρωτα σου, να είσαι ευτυχισμένος  επειδή κάνεις ευτυχισμένο τον άνθρωπο που έχεις ερωτευτεί. Δεν θα νιώσουν. Δεν θα νιώσουν. Δεν θα νιώσουν. Και αν τυχόν πάνε να νιώσουν θα χεστούν πάνω τους και θα το σκάσουν σαν δειλοί που είναι. Δεν θα ζήσουν. Και έπειτα απλά θα επιβιώνουν εις βάρος των άλλων.

Πως τους αποφεύγουμε όμως; Δυστυχώς δεν υπάρχει άλλος τρόπος πέρα από την πρόληψη. Χτίζουμε τον εαυτό μας και την προσωπικότητα μας με βασικό γνώρισμα ότι είμαστε μόνοι. Έτσι θωρακίζουμε τον εαυτό μας σε κάθε πούλημα. Τον καλλιεργούμε κατάλληλα έτσι ώστε να καλοδεχόμαστε το αληθινό συναίσθημα όποτε και αν αυτό έρθει. Θα φανεί με τις πράξεις αυτό. Μαθαίνουμε να προτιμάμε να ζούμε μόνοι, ελεύθεροι και αξιοπρεπείς από το να ζούμε σε πλάνες και παραμυθάκια.  Και τότε δεν μπορούν να μας κάνουν τίποτα. Και το καρκίνωμα εξουδετερώνεται εν τη γένεση του.