Τρίτη 23 Φεβρουαρίου 2021

Αυτό είναι το μήνυμα που θέλει να δώσει η Δημοκρατία;

Άρχισα να έχω τις πρώτες μου επαφές με την πολιτική θεώρηση των πραγμάτων γύρω στη μέση προς ύστερη εφηβεία. Έχοντας ερεθίσματα από την οικογένεια μου και κυρίως από την ίδια μου τη ζωή, ανήκοντας ακόμα και σαν ενήλικος σε αυτό που οι αγγλόφωνοι θα αποκαλούσαν «low-class», οι ελληνόφωνοι «μικρομεσσαίους» και οι μαρξιστές «προλεταριάτο» ή έστω «εργατική τάξη».

Μέσα σε αυτά τα χρόνια, εμπνεόμενος από το κοινωνικό παρόν που βίωνα, μελέτησα αρκετά το παρελθόν, των αγώνων που έχουν συντελεστεί στην Ελλάδα και στον πλανήτη γενικότερα, για ένα δικαιότερο κόσμο και ενάντια σε αυτούς που τον επιβουλεύονταν. Κάπως έτσι ήρθα σε επαφή με το ΕΑΜ, τον Τσε Γκεβάρα και τον Φιντέλ Κάστρο, τους Ζαπατίστας κτλ.

Καθ΄όλη αυτή τη διαδικασία, συνέχεια γεννιόντουσαν ερωτήματα και λίγο αργότερα δινόντουσαν απαντήσεις με αποτέλεσμα να χτίζω σιγά-σιγά την πολιτική μου κοσμοθεωρία. Μία διαδικασία που δεν τελειώνει, συνεχίζεται και τη στιγμή που γράφω αυτές τις γραμμές και λογικά δεν θα τελειώσει όσο θα έχω ακόμα τα μυαλά στο κεφάλι μου, ειδικά από τη στιγμή που κάπου στις αρχές της τρίτης δεκαετίας της ζωής μου άρχισα να επηρεάζομαι βαθύτατα από τα διάφορα ανθρωπιστικά κινήματα και θεωρίες, βρισκόμενος από τότε να προσπαθώ να ισορροπώ συνεχώς στη λεπτή γραμμή κοινωνικών διεκδικήσεων και ανθρωπιστικών αξιών.

Ένα από τα μεγαλύτερα ερωτήματα που μου είχαν γεννηθεί, με αφορμή και τη δράση της 17 Νοέμβρη, ήταν το πότε τελικά αρμόζει στη λαϊκή αντίδραση, πότε αποτελεί δίκαια συνέχεια της ο ένοπλος αγώνας. Η απάντηση που δίνω αυτή τη στιγμή -μια και όπως προανέφερα αυτές είναι σκέψεις που η τριβή τους δεν σταματάει ποτέ-  είναι ότι στον σύχρονο κόσμο, οι αγωνιστές δικαιούνται να παίρνουν τα όπλα όταν οποιαδήποτε άλλη ειρηνική διέξοδος έχει απαγορευθεί από την εκάστοτε εξουσια. Όταν καταπατάται η ελευθερία του λόγου και το δικαίωμα του εκλέγειν και του εκλέγεσθαι. Συγκεκριμένα όταν η προηγούμενη πρόταση γίνεται επίσημο καθεστώς, για παράδειγμα η περίοδος της Χούντας.

Ως εκ τούτου, δεν υποστηρίζω τη πρότερη δράση της 17 Νοέμβρη, όχι γιατί απορρίπτω τη βία ολοκληρωτικά ως έννοια, ούτε γιατί πιστεύω ότι ένας τύπος όπως ο Μάλλιος διατηρούσε τα ανθρώπινα δικαιώματα του. Αλλά αντιλαμβάνεται νομίζω ο καθένας, ότι η ένοπλη βία αποτελεί μία απόλυτη αντίδραση και έτσι αρμόζει η χρήση της μόνο όταν τίθεται μία απόλυτη δράση. Για να το πω πιο απλά, καμιά βία, κανένας ένοπλος αγώνας δεν μπορεί να αποτελεί απάντηση στο γεγονός ότι μεγάλο μέρος των συμπολιτών μας ψηφίζουν με τελείως λανθασμένα κριτήρια, πολλές φορές ενάντια στην ίδια την κοινωνία που ανήκουν, κατά την ταπεινή μου άποψη.

Αν θέλουμε να σταματήσουν οι αστικές δημοκρατίες να διαψεύδουν τον εαυτό τους όπως έγινε χθες στο ΑΠΘ, θα πρέπει μέσω μίας ειρηνικής ρητορικής και της αντίστοιχης ψήφου τους, να μάθουν οι πολίτες τους να ελέγχουν τους αντιπροσώπους τους. Διότι κανείς δεν μπορεί να αρνηθεί, ότι ειδικά τα τελευταία χρόνια εντείνεται όλο και περισσότερο η τάση να διαψεύδονται όλα τα προνόμια που ευαγγελίζονται οι σύγχρονες δημοκρατίες ότι παρέχουν στις κοινωνίες που διευθύνουν. Και ένα από αυτά και μάλιστα από τα βασικότερα, είναι η ίση αντιμετώπιση του νόμου απέναντι σε όλους όσους δραστηριοποιούνται στις κοινωνίες αυτές.

Κάτι το οποίο δεν συμβαίνει στην περίπτωση του Δημήτρη Κουφοντίνα, ο οποίος σε αντίθεση με τον ψηφισμένο νόμο του Δεκέμβρη του 2020 ο οποίος διατάζει τη μεταφορά ενός κρατούμενου για εγκλήματα τρομοκρατίας που εκτίει την ποινή του σε αγροτικές φυλακές να επιστρέφει στο προηγούμενο σωφρονιστικό κατάστημα(Κορυδαλλός) μεταφέρθηκε υπό σκιώδεις συνθήκες στις φυλακές Δομοκού. Και όλα αυτά ενώ δεν υπάρχει το παραμικρό μελανό σημείο στη συμπεριφορά του κατά τη διάρκεια του σοφρωνισμού του.

Ναι, ο Κουφοντίνας ορθώς συνελήφθη, ορθώς καταδικάστηκε, δικαίωμα του να μην νιώσει μεταμέλεια, έδωσε έναν πόλεμο και αποδέχτηκε την τελική ήττα του. Το να καταπατάται όμως ο νόμος που η ίδια η Ελληνική Δημοκρατία θέσπισε, μόνο και μόνο για να δώσει ένα μήνυμα, στις μελλοντικές κοινωνικές αντιδράσεις, δεν έχει άλλο αποτέλεσμα από το να δικαιώνει τον Κουφοντίνα και τον κάθε Κουφοντίνα, που θεώρησε ότι με ειρηνικά και νόμιμα μέσα δεν μπορεί να επιτύχει τίποτα από τις κοινωνικές επιδιώξεις του και έτσι στράφηκε στα όπλα. Ο θάνατος ενός κρατουμένου εξαιτίας μη εφαρμογής του νόμου στην περίπτωση του, θα είναι η σταγόνα που ξεχειλίζει ένα ποτήρι ασφυκτικά γεμάτο από παραβίασεις του νόμου από τους ίδιους τους νομοθέτες, μία κατάσταση επαναλαμβανόμενη τους τελευταίους μήνες.

Διότι όταν ο νόμος εφαρμόζεται επιλεκτικά, όταν η κατάχρηση ή η μη χρήση του επιβαρύνει τους αδύναμους μίας δημοκρατίας όπως είναι -αναγνωρισμένοι ως έτσι- οι κρατούμενοι και ενισχύει τον ισχυρό, όπως είναι το κράτος, όταν όλο αυτό φτάνει μέχρι τον θάνατο ενός ατόμου, τότε οποιαδήποτε άλλη στιγμή που θα επαναληφθεί μία τέτοια κατάχρηση εξουσίας, τι μέσα θα έχει ο εκάστοτε αδύναμος να ακουστεί; Όταν οι νόμοι δεν διέπουν μία δημοκρατία, ούτε σε καταστάσεις ζωής ή θανάτου, τότε τι άλλα διαθέσιμα μέσα αντίδρασης υπάρχουν; 

Αυτό το μήνυμα θέλει πραγματικά να δώσει η Ελληνική Δημοκρατία στους πολίτες της;


Πηγή εικόνας: Το Βήμα

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου